Skip to content
Home » Από τα Τέμπη στις βαλκανικο-ανατολίτικες θεατρικές λάσπες

Από τα Τέμπη στις βαλκανικο-ανατολίτικες θεατρικές λάσπες

    Από τα Τέμπη στις βαλκανικο-ανατολίτικες θεατρικές λάσπες

    Published

    Από τα Τέμπη στις βαλκανικο-ανατολίτικες θεατρικές λάσπες

    Published
    Ο Κωνσταντίνος Ντέλλας γράφει στο Short Stories μια ιστορία με αφορμή τη sold out παράσταση «Οι γριές που μαζεύουν την τσουκνίδα». Το έγκλημα των Τεμπών, η εκκωφαντική σιωπή των γυναικών της περιφέρειας, το θέατρο που γεννιέται με χειροποίητα υλικά.

    Πριν από λίγες μέρες οι Γριές έκλεισαν δυο χρόνια ζωής. Και ενώ εδώ και μέρες ανακαλώ διάφορες ιστορίες ή περιστατικά από τις δικές μου γιαγιάδες, την Ευγενία και την Όλγα, για να κάτσω να γράψω, στον νου μου έχει καρφωθεί μια άλλη εικόνα, την οποία τελικά θέλησα να μοιραστώ.

    Τον Μάρτη του ’23 ανεβαίνουμε με τους ηθοποιούς και κάποιες/ους από την ομάδα των συντελεστών στο Θεσσαλικό Θέατρο. Εκεί πρόκειται να ξεκινήσουν οι προγραμματισμένες παραστάσεις των Γριών. Η Λάρισα είναι αγριεμένη, όπως και το είναι μας, από το πρόσφατο δυστύχημα στα Τέμπη.

    Τη μέρα που φτάνουμε υπάρχει συγκέντρωση μπροστά από το Δικαστικό Μέγαρο και πορεία προς τον Σιδηροδρομικό Σταθμό. Συμμετέχουμε κι εμείς. Την επομένη ξεκινάμε τις τελευταίες πρόβες μας στη σκηνή του Θεσσαλικού Θεάτρου.

    Στο ξενοδοχείο στο οποίο μένω υπάρχει πολύς κόσμος. Εκτός από τον αυξημένο αριθμό ατόμων, λόγω μιας έκθεσης αγροτικών προϊόντων, κυρίως από δημοσιογράφους που καλύπτουν την υπόθεση του δυστυχήματος στα Τέμπη. Μες στο άγχος της δικής μου πραγματικότητας, η καθημερινότητά μου ξεκινάει με το ψιλομίζερο πρωινό στο ξενοδοχείο. Στη συνέχεια στο θέατρο για πρόβες, συνεννοήσεις κ.λπ.

    Όσο περνάνε οι μέρες, το ξενοδοχείο αρχίζει να αδειάζει. Η έκθεση τελειώνει, οι δημοσιογράφοι επιστρέφουν στην έδρα τους και μένουμε, ιδίως τις καθημερινές, πολύ λιγότεροι άνθρωποι. Το πρωινό εξακολουθεί να ακολουθεί το πανελλαδικό πρότυπο δεκαετιών, με μικρές ευχάριστες ανατροπές. Φωσφορούχα πορτοκαλάδα, κέικ έτοιμο, αυγά βραστά, γιαούρτι, μπέικον, λουκανικάκια, τριγωνάκια από τυρί και ζαμπόν σε αυστηρή στοίχιση. Καμιά φορά κάποιο κομμάτι πίτας, λόγω εντοπιότητας.

    Επειδή κατεβαίνω νωρίς για πρωινό, το σκηνικό θυμίζει λίγο πίνακα του Hopper. Εγώ ανάμεσα σε άδεια τραπέζια με κάτι φέτες του τοστ που μπαίνουν στο πιάτο μου χωρίς ιδιαίτερο λόγο και κάτι ξεχαρβαλωμένες συσκευασίες Βιτάμ, ανάκατες με μαρμελάδες και ψίχουλα. Πίνω αυτό που ονομάζεται «γαλλικός», σκέφτομαι το πρόγραμμα της ημέρας και χαζολογάω στο κινητό.

    Όταν πάω να του αφήσω τον δίσκο, μου λέει: «Τις βλέπεις; Είναι οι μανάδες των παιδιών από τα Τέμπη που είναι στην εντατική. Είναι εδώ και περιμένουν»

    Δυο γυναίκες πιο κει, σε ένα άλλο τραπέζι, απομακρυσμένο, συζητούν χαμηλόφωνα. Αυτή η σύνθεση παραμένει σταθερή, ενώ παράλληλα μπορεί να προκύψει κάποια guest εμφάνιση στον χώρο για λίγο. Και καθώς έχει μειωθεί δραστικά ο αριθμός των ανθρώπων που τρώνε στον χώρο του ξενοδοχείου, αρχίζουν κάτι καλημέρες και κάνα δυο χαζοκουβέντες με τον υπάλληλο που δουλεύει στο μπαρ. Τόσο όσο μου επιτρέπει η αντικοινωνικότητά μου.

    Αφού λοιπόν έχει αποκτηθεί μια οικειότητα με τον υπάλληλο ύστερα από τόσες καλημέρες, νιώθει εκείνος την ανάγκη να μοιραστεί μαζί μου κάτι περισσότερο από το ότι είναι καλά και «εδώ στον αγώνα όπως όλοι». Την ώρα λοιπόν που πάω να του αφήσω τον δίσκο –λεπτομέρεια που θεωρώ ότι μου έδωσε πόντους–, μου λέει χαμηλόφωνα δείχνοντας με το βλέμμα τις γυναίκες: «Τις βλέπεις αυτές; Είναι οι μανάδες των παιδιών από τα Τέμπη που βρίσκονται στην εντατική. Είναι εδώ και περιμένουν». Και κάτι άλλα που δεν θυμάμαι τώρα.

    Για όσες μέρες έμεινα στο ξενοδοχείο μέχρι την πρεμιέρα και λίγο μετά θυμάμαι να έχω αμηχανία όταν βρισκόμουν στον χώρο του πρωινού μαζί τους. Δεν θυμάμαι ποια ήταν τα παιδιά, δεν θυμάμαι τα πρόσωπα των γυναικών. Θυμάμαι αυτό το στιγμιαίο μάγκωμα και μετά να χάνομαι μες στη δική μου πραγματικότητα του άγχους της παράστασης και μετά να φεύγω.

    Δυο χρόνια μετά ωστόσο η εικόνα αυτή δεν φεύγει από μέσα μου. Δυο γυναίκες νέες κάθονται σε ένα τραπέζι ξενοδοχείου και αντί να φτιάχνουν αναμνήσεις με τα αγαπημένα τους άτομα τρώγοντας μαζί και γελώντας με τα ταγκισμένα αυγά μάτια και τα λουκανικάκια Φρανκφούρτης, πλέον έχει γίνει η ζωή τους μια τεράστια αίθουσα αναμονής στην οποία περιμένουν να δουν αν και πώς θα μπορέσουν να τη συνεχίσουν.

    Οι Γριές που μαζεύουν την τσουκνίδα φτιάχτηκαν από μια δική μου ανάγκη να σπάσει η σιωπή των ηλικιωμένων γυναικών της περιφέρειας όχι με τρόπο μεσσιανικό που κουνάει το δάχτυλο ή αποικιοκεντρικό, κάνοντας pop το χωριό για να μπορούμε να το χωνέψουμε και να το χωρέσουμε στην τέχνη και τη ζωή μας. Ίσως γιατί μεγάλωσα με γιαγιάδες και μου είναι οικείες αυτές οι γεωγραφίες στα θηλυκά γερασμένα σώματα. Ίσως γιατί, παρόλο που έχω πάρει κατά καιρούς συνεντεύξεις από ηλικιωμένα άτομα μες στη λαογραφική μου έρευνα, δεν πήρα ποτέ από αυτές που τις είχα μες στο σπίτι μου. Ίσως ακόμη γιατί πάντα θα χώνομαι σε αυτές τις βαλκανικο-ανατολίτικες λάσπες που δεν θεωρούνται υψηλή τέχνη από τις/τους ειδικούς της εγχώριας θεατρικής αγοράς και θα εξακολουθώ να φλερτάρω με το ακατέργαστο. Δεν ξέρω.

    Όπως και να ’χει οι Γριές φτιάχτηκαν γι’ αυτή την εκκωφαντική γυναικεία σιωπή που χρόνια μεγάλωσε γενιές και δυστυχώς ξανασυνάντησα σε ένα ξενοδοχείο της Λάρισας τον Μάρτη του ’23. Δυο χρόνια μετά λοιπόν πίνω ένα τσίπουρο στην υγειά των Γριών που ξεφύγανε από τις 16 εκείνες προγραμματισμένες παραστάσεις και εξακολουθούν να σκορπάνε τις ευχές και τις κατάρες τους.

    Πίνω και στην υγειά όλων αυτών των γυναικών που θα γεράσουν χωρίς τα παιδιά τους γιατί κάποιοι εξακολουθούν να τους τα σκοτώνουν χωρίς να ανοίγει ρουθούνι. Και όσο οι «άντρακλες» θα κόπτονται για το πώς μια μάνα θα πρέπει να εκφράζει το πένθος της για να είναι αρμόζον ή θα καταμετρούν την αξία μιας γυναίκας από την επιθυμία της ή τη μη επιθυμία της να γίνει μάνα, ονειρεύομαι αυτές τις δυο γυναίκες του πρωινού να μαζεύουν τα κομμάτια τους, να αρπάζουν αυτήν τη βλαστήμια και την υπεροψία από την τρίχα και ουρλιάζοντας να τη βουλιάζουν μες στη φωσφορούχα πορτοκαλάδα του ξενοδοχείου. Μέχρι να την πνίξουν.

    banner_300_250
    Picture of Κωνσταντίνος Ντέλλας
    O Κωνσταντίνος Ντέλλας είναι σκηνοθέτης, performer και ερευνητής

    MORE STORIES

    Ανδρομάχη Πεντάρβανη_Στο ναό του Αγίου Ανδρέα Κυθήρων τη μέρα της τραγωδίας στα Τέμπηshortstoriesgr
    Short

    Στον Άγιο Ανδρέα στα Κύθηρα την ημέρα της τραγωδίας στα Τέμπη

    Η συντηρήτρια αρχαιοτήτων Ανδρομάχη Πεντάρβανη γράφει στο Short Stories για τα συναισθήματά της από την τραγική είδηση του δυστυχήματος στα Τέμπη, η οποία τη βρήκε στον βυζαντινό ναό του Αγίου Ανδρέα στο Λειβάδι Κυθήρων