Ηταν ένα από τα πρώτα Φεστιβάλ Δράμας στο οποίο ξεκίνησα να εργάζομαι, στα τέλη της δεκαετίας του ’80. Το πρώτο που είχα την ευθύνη της τελετής λήξης. Προσπαθούσα να σκεφτώ και να προλάβω ό,τι θα μπορούσε να πάει στραβά. Πού να ήξερα…
Τελειώνοντας λοιπόν η συνεδρίαση της κριτικής επιτροπής, έρχονται στο γραφείο μου τα αποτελέσματα με τα βραβεία. Χειρόγραφα, όπως πάντα. Τους ρωτάω αν θα τα χρειαστούν δακτυλογραφημένα. Μου απαντούν ότι δεν θα τα χρειαστούν. Οπότε τα αφήνω σε ένα γραφείο για να ετοιμαστούν για το δελτίο Τύπου και το αρχείο του φεστιβάλ.
Περίπου μια ώρα όμως πριν από την τελετή και αφού έχω πάει στο σπίτι μου για να ετοιμαστώ, επικοινωνούν μαζί μου και ζητούν τα αποτελέσματα και τα σκεπτικά δακτυλογραφημένα.
Όπως καταλαβαίνετε, δεν υπάρχει χρόνος να δακτυλογραφηθούν. Αποφασίζουμε να αναλάβει να τα διαβάσει κατά τη διάρκεια της απονομής η κοπέλα που έκανε χρέη γραμματείας. Μιας και τα είχε γράψει η ίδια.
Νωρίτερα, αφού γράφτηκαν τα ονόματα των βραβευμένων στους παπύρους των βραβείων, τους τυλίγω σε ρολό και σε ένα εξωτερικό σημείο γράφω με πολύ μικρά γράμματα τον τίτλο του κάθε βραβείου. Λίγο πριν από την έναρξη της τελετής τοποθετώ τους παπύρους στο τραπέζι, στο οποίο θα καθόταν η κριτική επιτροπή, με τη σειρά που θα έπρεπε να δοθούν.
Ανεβαίνοντας τα μέλη της κριτικής επιτροπής στη σκηνή, ένα μέλος της παραπατάει. Ρίχνει όλα τα βραβεία κάτω από το τραπέζι.
Η τελετή είχε αρχίσει, οπότε δεν μπορούσε να ανεβεί κάποιος στη σκηνή να τα ξαναβάλει στη σωστή σειρά. Με κοιτάζουν έντρομοι. Τους δίνω να καταλάβουν με νοήματα ότι το μόνο που μπορούσε να γίνει ήταν να ανεβάσουν τους παπύρους στο τραπέζι και να δίνουν τα βραβεία στην τύχη. Όπως και έγινε.