Μένω στη Βούλα εδώ και 45 χρόνια. Εδώ μεγάλωσα εγώ. Εδώ μεγάλωσα και τα παιδιά μου. Καθημερινά πηγαίνω στην Αθήνα με τα μέσα μαζικής μεταφοράς. Αρχικά γιατί φοβόμουν να οδηγήσω, στην πορεία για πολλούς άλλους λόγους.
Όταν κατεβαίνω στη στάση Νοσοκομείο του 122, απέναντι από την Παναγίτσα, μένω εκεί για λίγο και μυρίζω τη θάλασσα. Όπως και να είναι ο καιρός, ό,τι ώρα κι αν είναι. Μένω και χαζεύω τον ήλιο, το φεγγάρι, το κύμα, τα φύκια, τους ανθρώπους, τον ορίζοντα…
Από εκεί λοιπόν αρχίζει αυτός ο περίπατος. Τον ονόμασα περφόρμανς μόνο και μόνο για να δώσω έναν τίτλο στην ανάγκη μου να μοιραστώ την ομορφιά της φύσης, όπως και την αγωνία μου ότι με τα νέα έργα αναδόμησης στην παραλιακή –στη Βούλα συγκεκριμένα– αυτή η ομορφιά θα ανήκει σε όλο και λιγότερο πληθυσμό. Είναι θέμα ταξικό.
Μοιράζομαι τον καθημερινό μου περίπατο προσκαλώντας το μικρό τολμηρό κοινό που περπατά μαζί μου απλώς να δει, να μυρίσει, να ακούσει, να παίξει. Βρίσκομαι σε μια προσωπική στιγμή επανασύστασης με τα θέλω μου. Και ένα από τα βασικότερα, καθώς μεγαλώνω, είναι η επαφή μου με τη φύση.
Θέλω να νιώθω τη θάλασσα στο κορμί μου χειμώνα καλοκαίρι. Να πιάνω το χώμα στις γλάστρες μου, να βλέπω αν χρειάζονται τα λουλούδια μου νερό., να χώνω τις πατούσες μου στην άμμο, να μυρίζω τα δέντρα μετά τη βροχή.