Θυμάμαι ένα πρωινό της λυκειακής μου ζωής στην είσοδο του σχολείου μας, το περίφημο Γυμνάσιο Αρρένων Δράμας (σ.σ.: το προαύλιο του εμβληματικού κτιρίου του 1928 αποτελεί από φέτος νέο χώρο προβολών του φεστιβάλ). Μας μοίρασαν προσκλήσεις ελευθέρας εισόδου στο Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους. Είχα τότε μαθητικές υποχρεώσεις, φροντιστήρια και μελέτη για τις Πανελλήνιες που πλησίαζαν. Όμως τρύπωσα αρκετές φορές με εκείνη την πρόσκληση στον κινηματογράφο Αστέρια. Και είδα όσες ταινίες κατάφερα.
Κάθε απόγευμα εκείνης της εβδομάδας έβλεπα στα κλεφτά ταινίες. Πήγα και στην τελετή απονομής των βραβείων. Και από εκείνη τη χρονιά έγινα πιστός θεατής του ετήσιου κινηματογραφικού φεστιβάλ της πόλης μου. Κάπου μέσα σε εκείνα τα χρόνια, σε εκείνα τα πρώτα για μένα φεστιβάλ που παρακολούθησα ήταν που γεννήθηκε η επιθυμία μου να ζήσω εκ των έσω αυτό τον θεσμό.
Μερικά χρόνια αργότερα, μόλις είχα επιστρέψει στην Ελλάδα από τις μεταπτυχιακές μου σπουδές στο εξωτερικό, έκανα αίτηση για μια από τις εποχικές θέσεις εργασίας του φεστιβάλ. Η αίτηση δεν έγινε δεκτή, όμως αυτό δεν με πτόησε.
Εξοικειωμένος με την εθελοντική εργασία από άλλες αφορμές, πήγα στα γραφεία του φεστιβάλ. Προσέγγισα τα διοικητικά στελέχη και αυτοπροσφέρθηκα να εργαστώ ως εθελοντής στη διοργάνωση εκείνης της χρονιάς που ξεκινούσε σε λίγες μέρες. Θυμάμαι τη διευθύντρια του φεστιβάλ Ελευθερία Καβάκα να βάζει το χέρι της στον ώμο μου και να λέει: «Τέτοια παιδιά θέλουμε».
Το Φεστιβάλ Δράμας δεν είχε έως τότε οργανωμένο πρόγραμμα εθελοντισμού. Υπήρξα ο πρώτος εθελοντής στην ιστορία του. Μάλιστα σε εκείνη τη διοργάνωση ανάμεσα στους υπόλοιπους εργαζόμενους απέκτησα τον άτυπο τίτλο «Βασίλης ο εθελοντής».