Ηταν φθινόπωρο του 1982· μόλις είχα βρεθεί με τον Λευτέρη Βογιατζή. Ο αστερισμός της παράστασής του Σπασμένη στάμνα έλαμπε ψηλά στους ουρανούς. Εγώ γευόμουν την εμπειρία και τις χαρές των περιοδειών. Αξέχαστα ταξίδια στη Χίο, την Καλαμάτα, στα Ανώγεια της Κρήτης.
Από δίπλα όμως ακολουθούσαν Οι Αγροίκοι του Κάρλο Γκολντόνι. Με τα ορθάνοιχτα μάτια και αυτιά του Λευτέρη Βογιατζή να τσιμπάει και να απορρίπτει όλων των ειδών τα ερεθίσματα. Αυτά που θα τον οδηγούσαν στην προσέγγισή τους. Στη σύλληψη της αύρας τους. Και από το τυπωμένο θέατρο να τους φέρει στον κόσμο μέσα από ένα ζωντανό θέατρο.
«Ο Κόσμος και το Θέατρο», η ραχοκοκαλιά του θεάτρου του Γκολντόνι, ήταν το ακανθώδες μονοπάτι που είχε ενστερνιστεί ο Λευτέρης Βογιατζής. Κι εγώ από δίπλα.
Πρώτη παράσταση των Αγροίκων στο Ομήρειο Πνευματικό Κέντρο της Χίου, στις 14 Μάϊου του 1983. Στο πλαίσιο του συνεδρίου Ο Κοραής και η Χίος. Ήταν η πρώτη φορά που το έργο παιζόταν στην Ελλάδα, όπως και τα περισσότερα έργα που ανέβασε η Σκηνή και αργότερα η Νέα Σκηνή.
Αντιλαμβάνομαι πως παραθέτω, εκ πρώτης όψεως τουλάχιστον, λεπτομέρειες που μάλλον δεν ενδιαφέρουν τον αναγνώστη. Τις μαζεύω ωστόσο μία μία προσπαθώντας να ανασυνθέσω το κλίμα της εποχής εκείνης. Της προετοιμασίας εκείνης.
«Ύστερα από μια θεαματική κωμωδία που είχε αρέσει αρκετά παρουσίασα μια άλλη σε βενετσιάνικη διάλεκτο που αντί να ψυχράνει τις καρδιές των θεατών, τους θέρμανε τόσο ώστε να παίζεται αυτή μόνη της για όλο το επόμενο φθινόπωρο. Οι “Αγροίκοι” είναι ο τίτλος αυτής της καινούργιας κωμωδίας μου».
Με αυτά τα λόγια ο Γκολντόνι εισάγει στα απομνημονεύματά του την παρουσίαση των Αγροίκων. Και, τύχη αγαθή, η παράσταση της Σκηνής θέρμανε τόσο τις καρδιές των θεατών που παίχτηκε δύο ολόκληρες σεζόν. Με θεατές στην ουρά κάθε βράδυ.