Skip to content
Home » Mια πικρή ιστορία παιδικών Χριστουγέννων

Mια πικρή ιστορία παιδικών Χριστουγέννων

    Mια πικρή ιστορία παιδικών Χριστουγέννων

    Published

    Mια πικρή ιστορία παιδικών Χριστουγέννων

    Published
    Ο Δημήτρης Σωτηρόπουλος μοιράζεται με το Short Stories μια Χριστουγεννιάτικη ιστορία μοναξιάς που βίωσε μικρός στο κατάμεστο από χαρούμενο κόσμο Μινιόν

    Στα δέκα μου χρόνια πρωτόμαθα ότι στο μέλλον θα πρέπει να φερθώ στη ζωή πολύ σκληρά για να μη με προσπεράσει. Παιδί όχι καλά μεγαλωμένο, από πολύ μικρός απέκτησα μια συνήθεια. Να το σκάω σε κάθε ευκαιρία από το σπίτι μέχρι που το έσκασα για πάντα. Με αφορμή τις γιορτές που έρχονται θυμήθηκα μια ιστορία.

    Ήταν μέρες Χριστουγέννων, Σάββατο. Άλλη μια άσχημη μέρα στο σπίτι. Κανείς δεν γιόρταζε εδώ. Βγήκα έξω και ξεκίνησα από τον Άγιο Παύλο, μια γειτονιά του Μεταξουργείου, για βόλτα στην Αθήνα. Περπατώντας έτσι μικρούλης ανάμεσα σε τεράστιους ενήλικες και χαζεύοντας τη στολισμένη Αθήνα, έφτασα στο ΜΙΝΙΟΝ.

    Είχα πάει πολλές φορές. Μου άρεσε να ανεβαίνω τις κυλιόμενες και να παίζω. Χαζεύοντας, έφτασα στον τελευταίο όροφο. Είχε σε ένα σημείο πολλά παιδιά. Πλησιάζω και βλέπω σε μια εξέδρα τον κονφερασιέ, τον γνωστό Άλκη Στέα, και πολλά παιδιά και γονείς.

    Έκανε διαγωνισμό γνώσεων με δώρα. Δίπλα του υπήρχε ένα σταντ με τα δώρα. Ξαφνικά τα μάτια μου πέφτουν πάνω σε ένα από τα δώρα. Ένα ζευγάρι αθλητικά παπούτσια Robe di Kappa. Έλαμπαν. Έρωτας. Αποφάσισα να τα κερδίσω.

    Κάθε λίγο ανέβαζε επάνω κι άλλη ομάδα παιδιών και έκανε από πέντε ερωτήσεις. Οι γονείς τα παρότρυναν αλλά σχεδόν κανένα παιδί δεν απαντούσε σε όλες. Τα παπούτσια ήταν ακόμη εκεί.

    Το αποφάσισα. Σήκωσα το χέρι μου όσο ψηλά μπορούσα. Κάποια στιγμή με είδε. Επιτέλους με ανέβασε.

    Ξαφνικά τα μάτια μου πέφτουν πάνω σε ένα από τα δώρα. Ένα ζευγάρι αθλητικά παπούτσια Robe di Kappa. Έλαμπαν. Έρωτας. Αποφάσισα να τα κερδίσω

    Βάζει το μικρόφωνο μπροστά μου. Με ρωτά πώς με λένε και σε ποια τάξη πηγαίνω για να διαλέξει αντίστοιχες ερωτήσεις. Με ρωτά πού είναι οι γονείς μου. Κομπιάζω. «Κάτω, ψωνίζουν» απαντώ φοβισμένος και περιμένω.

    Πρώτη ερώτηση… την απαντώ. Ζητάει να με χειροκροτήσουν. Το κάνουν. Όλοι άγνωστοι. Δεύτερη ερώτηση. Ζητάει πάλι να με χειροκροτήσουν. Το ξανακάνουν. Όλοι άγνωστοι. Τρίτη και τέταρτη ερώτηση… τις βρίσκω. Μου λέει ότι είμαι ένα πολύ ευγενικό και έξυπνο παιδί. Μου αρέσει. Όπως και το ότι με χειροκροτούν. Πέμπτη και τελευταία ερώτηση. Ζητάει να κάνουν ησυχία. Την απαντώ. Τώρα χειροκροτούν παιδιά και γονείς. Δεν είναι όμως ακόμη τόσο γνωστοί.

    Τα παπούτσια μου με περιμένουν. Ο Στέας με πλησιάζει και μου λέει: «Ήσουν υπέροχος. Διάλεξε το δώρο σου». Αλίμονο. Το δώρο μου το είχα πάρει ήδη. Είχα ξεγελαστεί από την ανάγκη μου. Ήταν το χειροκρότημα. Αυτό ήθελα ξανά.

    Τον κοιτώ και απαντώ: «Μου άρεσε πολύ που έπαιξα. Διαλέξτε εσείς ό,τι θέλετε». Ζητάει να με χειροκροτήσουν όσο πιο δυνατά μπορούν. Πλέον κανείς δεν ήταν άγνωστος. Ήταν όλοι οικογένεια.

    Πηγαίνει στα δώρα και μου φέρνει μια ρακέτα τένις με δίχτυ. Την κοιτώ αμήχανος. Κοιτώ τα παπούτσια να απομακρύνονται βαδίζοντας. Θέλω να βάλω τα κλάματα. Τα θέλω πίσω. Αυτά θα μείνουν σε λίγο που όλοι αυτοί θα φύγουν.

    Κατεβαίνω από την εξέδρα. Φεύγω κατεβαίνοντας την 3η Σεπτεμβρίου. Όλοι οι άλλοι γιόρταζαν. Εγώ όμως ήξερα πια ότι στη ζωή μου θα έχανα πολλές φορές.

    Το ΜΙΝΙΟΝ χάθηκε για πάντα. Κάηκε στις 19 του Δεκέμβρη του 1980. Εγώ κράτησα τη ρακέτα έως το 1998. Κάθε χρονιά μέχρι τότε σκεφτόμουν να την κάψω Χριστούγεννα. Έτσι… σαν σπονδή στα χαμένα παιδικά χρόνια.

    banner_300_250
    Picture of Δημήτρης Σωτηρόπουλος
    Ο Δημήτρης Σωτηρόπουλος είναι εθελοντής στην Συν-Ύπαρξη

    MORE STORIES

    Efterpi Marki_mia anaskafi tou 1972 στο Βαρδάρι
    Short

    Χριστούγεννα του 1972 σε μια ανασκαφή στο Βαρδάρι

    Η Ευτέρπη Μαρκή αναπολεί στο Short Stories τα Χριστούγεννα του 1972, όταν ως νέα αρχαιολόγος γνώρισε το Βαρδάρι και τους ανθρώπους του, με αφορμή μια σωστική ανασκαφή στα δυτικά τείχη της Θεσσαλονίκης