Ολοι οι παλιότεροι ηθοποιοί –αυτό που θα πω δεν σημαίνει ότι η νέα γενιά δεν είναι μια γενιά με αγωνίες και με υψηλά προσόντα– ήμασταν εμπειρικοί. Ξέραμε πώς θα βάλουμε τη σόλα στο παπούτσι και πώς θα τραβήξουμε την κλωστή για να τη δέσουμε με το δέρμα. Πλέον τα πράγματα είναι φαστ φουντ.
Είχαμε ευτυχήσει στην εποχή μας να έχουμε ένα σπουδαίο κλίμα. Έτυχε η γενιά μας να ανήκει σε μια πολύ μεγάλη γενιά δημιουργών. Προσωπικά είχα την τύχη να έχω δάσκαλο τον Κάρολο Κουν. Αλλά δεν ήταν μόνο ο Κουν.
Υπήρχαν προσωπικότητες η μια μεγαλύτερη από την άλλη. Είτε λεγόταν Τσαρούχης είτε Χατζιδάκις είτε Θεοδωράκης είτε Στεφανέλλης είτε Βακαλό είτε Καμπανέλλης είτε Ελύτης… Ήταν μια ομάδα ανθρώπων που έβλεπες τις επιδόσεις τους και συνειδητοποιούσες τις δικές σου ελλείψεις και προσπαθούσες να τις αναπληρώσεις.
Τότε βέβαια είχαμε άλλα προβλήματα. Τον λεγόμενο παλιό ελληνικό κινηματογράφο που δεν είχε σχέση με το θέατρο. Που δεν ήταν και τόσο καλός όσο λένε τώρα. Εμείς που τον είχαμε υπηρετήσει ξέραμε αν και πόσο καλός ήταν. Ήταν λίγο του ποδαριού σινεμά. Όχι ότι δεν υπήρχαν οι εξαιρέσεις. Υπήρχαν.
Έβλεπες πρωταγωνιστές να μπαινοβγαίνουν από το ένα στούντιο στο άλλο την ίδια μέρα γιατί έπαιζαν σε διαφορετικά φιλμ. Οι τεχνικές ήταν ανύπαρκτες. Οι λήψεις μπορεί να ήταν όλες από την ίδια γωνία. Δεν ακολουθούσαν τους κανόνες του κινηματογράφου. Από την άλλη βέβαια υπήρχαν σπουδαίοι ηθοποιοί στο σινεμά. Ήταν αυτοσχεδιαστικοί – γνώριζαν τους νόμους του αυτοσχεδιασμού.
Είχαν φοβερή ακτινοβολία. Ήταν σπουδαίοι ερμηνευτές. Βεβαίως στο θέατρο δεν είχαν τις αντίστοιχες επιδόσεις. Εμφανίζονταν περισσότερο στα θέατρα της επιθεώρησης και του βαριετέ. Μεγάλες προσωπικότητες.