Αεροδρόμιο Κωνσταντινούπολης. Μια εβδομάδα μετά τις εκλογές στην Ελλάδα, τον Ιανουάριο του 2015. Στον πίνακα αναχωρήσεων, πτήση TK 537, τελικός προορισμός Ουαγκαντούγκου. Ενδιάμεσος σταθμός Νιαμέι, πρωτεύουσα της χώρας του Νίγηρα, ίσως της φτωχότερης χώρας του κόσμου. Θα ταξιδέψω εκεί με μια ομάδα γιατρών για ένα ντοκιμαντέρ για τη «χώρα των Τουαρέγκ και της σκόνης».
Τρεις μέρες νωρίτερα, Αθήνα. Η γυναίκα μου στο πεζοδρόμιο και εγώ με τη βαλίτσα στο ένα χέρι ετοιμάζομαι να μπω στο αυτοκίνητο. Στα μάτια της διαβάζω τον «τελευταίο αποχαιρετισμό». Με κοιτά διαρκώς σιωπηλή. «Να προσέχεις»… αυτό είπε μόνο.
Εκείνη την εποχή στην υποσαχάρια Αφρική βρίσκονταν σε εξέλιξη δυο δεινά: η επιδημία Έμπολα και η ισλαμιστική οργάνωση Μπόκο Χαράμ που πραγματοποιούσε διαρκώς επιθέσεις καμικάζι στη Νιγηρία, στον γειτονικό Νίγηρα και στο Τσαντ. Ο Νίγηρας δεν βρισκόταν τότε στη ζώνη του Έμπολα, αλλά ο φόβος ήταν διάχυτος.
Προσεγγίζουμε το αεροδρόμιο της Νιαμέι μετά τα μεσάνυχτα. Προσπαθώ να δω έξω από το παράθυρο, πηχτό σκοτάδι. Μερικά διάσπαρτα φώτα και ύστερα πάλι σκοτάδι. Στον διάδρομο προσγείωσης πια. Κάπου στο βάθος το αχνό φως του αεροσταθμού.
Νωχελική αποβίβαση και είσοδος στην αίθουσα αφίξεων. Ο υπάλληλος ζητάει επιμόνως από όλους τους ταξιδιώτες τις κάρτες εμβολιασμού. Η δική μου κίτρινη, από τον υγειονομικό σταθμό στη λεωφόρο Αλεξάνδρας.
Δεν ξέρω πόση ώρα περνά· έχει πνιγηρή ζέστη και γύρω μου πετά ένα σύννεφο κουνούπια. Ξαφνικά μπαίνει στην αίθουσα ένας μεγαλόσωμος άντρας. Φορά μια υπέροχη τιρκουάζ κελεμπία με χρυσοκέντητο γιακά και μεγάλα μαύρα γυαλιά. Τον ακούω να ρωτά από μακριά: «Who is Sideris Thomas?». Υψώνω το χέρι μου για να με δει. Έρχεται γεμάτος χαρά προς το μέρος μου με πλατύ, τεράστιο χαμόγελο. Του χαμογελώ κι εγώ. Προς στιγμή ξεχνώ πού βρίσκομαι, η κούραση και η νύστα εξαφανίζονται μεμιάς.