Ο Πανάγος Μελισσιώτης είχε γεννηθεί το 1854. Τον γνώρισα τυχαία κάπου στα τέλη του 19ου αιώνα. Πρωτοσυναντηθήκαμε στην πατρίδα του το Αίγιο. Έχω σχέση με το Αίγιο. Το αγαπώ και μελετώ την ιστορία του.
Εντυπωσιάστηκα όταν διάβασα μια μικρή αναφορά για εκείνον. Ήταν, λέει, ένας σχεδόν αγράμματος νέος που ήρθε στην Αθήνα με τη φουστανέλα του και το μπουζούκι του και έγινε διάσημος κουρέας. Αλλά και θεατρικός συγγραφέας δραματικών ειδυλλίων.
Αγράμματος κουρέας δραματικών ειδυλλίων. Έγραφε, δηλαδή, σε έμμετρο δεκαπεντασύλλαβο ποιητικά δράματα. Ποιος; Ένας αγράμματος κουρέας. Δεν τον είχα ακούσει ποτέ. Μα ούτε και κανείς άλλος απ’ όσους ρώτησα. Ακόμη και στην πατρίδα του το Αίγιο.
Ήταν γνωστός και ως «Άψε-Σβύσε» (κατά την ορθογραφία της εποχής), προσωνύμιο που του έδωσε ο εκδότης του σατιρικού περιοδικού Ραμπαγάς και πελάτης του, Κλεάνθης Τριαντάφυλλος. Ο Πανάγος Μελισσιώτης, λόγω της κακής του άρθρωσης, μασούσε τα φωνήεντα και θέλοντας να πει «θα σε ξουρίσω ώσπου να ανάψεις και να σβήσεις τη λάμπα» –τόσο γρήγορα– ενέπνευσε στον Τριαντάφυλλο την έκφραση «Άψε-Σβύσε». Προς στιγμή αναθάρρησα ότι κάποιος θα ξέρει κάτι περισσότερο. Ούτε και το παρατσούκλι με βοήθησε στην αναγνώριση.
Δεν ήθελα και πολύ. 19ος αιώνας και ένας ιδιαίτερος άνθρωπος. Πείσμωσα! Ήθελα να τον ανακαλύψω και να τον βγάλω από τη λησμονιά. Το τελευταίο μισό του 19ου αιώνα, ως ερευνήτρια, με ενδιαφέρει εξαιρετικά για τις σημαντικές αλλαγές που συντελέστηκαν στην εθνική, πολιτική, κοινωνική και πνευματική ζωή της Ελλάδας. Ο δεύτερος λόγος ήταν η προσωπικότητα του Πανάγου.
Έπιασα αμέσως δουλειά. Εντρυφώντας μες στις χιλιάδες σελίδες των εφημερίδων της εποχής διαπίστωνα πολλές αναφορές και πρωτοσέλιδα αφιερωμένα στη ζωή και στα έργα του.
Τι είχε όμως επίσης μεγάλο ενδιαφέρον; Η επιλογή του να αναδείξει γυναικείους θετικούς χαρακτήρες-θύματα, μέσα σε ιδιαίτερα σκληρά ανδροκρατούμενα περιβάλλοντα.