Περνάς τη γιγάντια καγκελόπορτα της Ροτόντας. Αν προχωρήσεις ευθεία στον πλακόστρωτο διάδρομο, θα μπεις στο ντυμένο με σκαλωσιές στρογγυλό μνημείο. Αλλά αν στρέψεις το βλέμμα αριστερά, πέρα από τη γεμάτη σκόρπια μάρμαρα αυλή, θα σε ξαφνιάσει το γεμάτο σκόρπιες Barbie υπόστεγο στο βάθος.
Τα κοριτσάκια που παίζουν με τις κούκλες ξύπνησαν αξημέρωτα για να ακολουθήσουν τις μητέρες τους στο δημοσιοϋπαλληλικό ωράριο. Γιαγιάδες, στηρίγματα απαραίτητα για τις εργαζόμενες μητέρες, υπάρχουν. Αλλά όταν τα σχολεία είναι κλειστά, τα πράγματα είναι και για κείνες πιο δύσκολα. Άλλωστε τα κοριτσάκια είναι μοναχοπαίδια και το παιχνίδι μοναχικό χωρίς παρέα.
Οι μητέρες στα γραφεία γύρω από την αυλή σκοτίζονται πώς να διασφαλίσουν τα μνημεία που χτύπησε πριν από λίγα χρόνια εκείνος ο σεισμός, ώστε να παραμένουν ακέραια, όταν οι ίδιες θα έχουν γίνει γιαγιάδες. Στιγμιαία περνά από το μυαλό τους η απογευματινή μπουγάδα ή η αναγκαία έξοδος για τις δραστηριότητες των παιδιών.
Συζητούν πώς η κατασκευή του νέου μουσείου θα ενταχθεί στα πρώτα προγράμματα χρηματοδότησης της Ελλάδας από την ΕΟΚ. Γνωρίζουν όμως πως αν ο χρόνος δεν επαρκεί, μπορούν να συνεχίσουν τη συζήτηση τηλεφωνικά το βράδυ, ενόσω σιδερώνουν τις μπουγάδες της οικογένειας ή ετοιμάζουν το φαγητό της επόμενης ημέρας.
Αν πρέπει να φύγουν από τα γραφεία για κάποια εξωτερική αυτοψία, είναι σίγουρες πως τα κοριτσάκια θα είναι ασφαλή στην αυλή. Όπως είναι όλοι εκεί. Γιατί όποια προσωπική επιλογή τους παλεύουν να κάνουν αποδεκτή στον έξω κόσμο, ξέρουν πως μες στην αυλή κάποιοι την έχουν αγκαλιάσει προ πολλού.
Όμως κι ο έξω κόσμος φαίνεται να αλλάζει. Η προίκα και το ποινικό αδίκημα της μοιχείας καταργούνται. Το συναινετικό διαζύγιο και ο πολιτικός γάμος καθιερώνονται. Τα κοριτσάκια δεν χρειάζεται να φορούν ποδιές στο σχολείο. Στα νοσοκομεία όλοι οι πολίτες έχουν δικαίωμα στην περίθαλψη.
Κι έτσι οι γυναίκες της αυλής γνωρίζουν ποιο είναι το ανάστημά τους.