Το φθινόπωρο του 2007 πέρασα κάποιες εβδομάδες στο Μπρούκλιν σε ένα μεγάλο λοφτ. Εκεί ο γιος μου συγκατοικούσε με άλλους καλλιτέχνες/μουσικούς. Απέκτησα τον γιο μου στην Αμερική. Προσωπικά μεγάλωσα στην Αμερική όπου με πήγαν οι γονείς μου το 1968, ετών 13.
Που σημαίνει ότι ένδοξα χρόνια, πέτρινα χρόνια του Θρύλου, εγώ μόνο νοερώς – δεν μεγάλωσα στα σκαλοπάτια και τα τσιμέντα του ναού. Δίδαξα όμως τον γιο μου από τα γεννοφάσκια του ότι «Ολυμπιακός γεννιέσαι! Αν δεν γεννηθείς, γίνεσαι»!
24 Οκτωβρίου 2007. Ο Θρύλος έχει μεταβεί στη Μαδρίτη για να παίξει απέναντι στη Ρεάλ. Όχι και τόσο συμπαθής ομάδα, καθώς αγαπώ –λιγότερο από τον Θρύλο– την Μπάρτσα. Με Τζόλε, Γκαλέτι, Στολτίδη· κατάλαβες!
Από το πρωί που ξύπνησα σκεφτόμουν ότι θα ήθελα να βρίσκομαι τουλάχιστον στην Αθήνα. Έστω να δω το ματς με σύγγαυρους στη γιγαντο-οθόνη του καφέ στο Καραϊσκάκη. Μέχρι που ο γιος μου πετάει την ιδέα να πάμε στην Αστόρια για να δούμε το ματς στο καφενείο του κλαμπ του Θρύλου. Πέταξα από τη χαρά μου.
Φύγαμε από το Μπρούκλιν νωρίς το μεσημέρι. Πήγαμε στην Αστόρια για φαγητό, βόλτες κ.λπ. Ο Θρύλος μας έβαλε στην πρίζα από νωρίς. Στο κατάμεστο καφενείο είχε πέντε έξι ειδοποιήσεις NO SMOKING στους γύρω τοίχους. Παρά ταύτα με δυσκολία μπορούσαμε να διακρίνουμε ο ένας τον άλλον μες στο ντουμάνι. Μέχρι και ο καφετζής κάπνιζε – ακόμη και δυο τρεις συνδαιτυμόνες που παραπονέθηκαν λιγάκι σιώπησαν με την έναρξη του αγώνα.
Πριν και μετά την έναρξη δυο τρία αυτοκίνητα καμπριολέ γεμάτα βάζελους με σημαίες του ΠΑΟ περνούσαν πάνω κάτω και φώναζαν «πουτάνας γιοι, Ολυμπιακοί». Ο γιος μου και κάποιοι άλλοι κάνανε να βγουν έξω να τους πλακώσουν. Τον απέτρεψα με τον δείκτη σηκωμένο μπροστά στο πρόσωπό του: «Δεν συμμετέχουμε σε καφρίλες με πουθενάδες, αιώνιους δευτεράντζες!». Με το άλλο μου χέρι είχα σηκώσει το μεσαίο δάχτυλο προς τα καμπριολέ.