Τούτο το σημείωμα οφείλεται στην πίεση του Στέλιου Μερμίγκη να γράψω κάτι που θα δημοσιευτεί σε σχέση με την προσπάθειά μου για τη χωμάτινη απεικόνιση της Μακρονήσου.
Στο κολαστήριο της Μακρονήσου η βαρβαρότητα, η κτηνωδία και το μίσος των συνεργατών των κατακτητών της χώρας (ενάντια σε αυτούς που με τον αγώνα τους στις πόλεις και στα βουνά λευτέρωσαν την πατρίδα) ξεπέρασαν κάθε όριο.
Στον «Παρθενώνα» του ξενόδουλου πολιτικού προσωπικού, των τουριστών του Καΐρου, στη μαύρη καταχνιά της χώρας, στο υπαίθριο Νταχάου χάθηκαν ζωές. Τσακίστηκαν κορμιά. Καταστράφηκαν άνθρωποι και οργίασαν φρικαλέοι βασανιστές.
Στη Μακρόνησο έχω πάει τέσσερις φορές. Τις δύο από αυτές απόλυτα στοχευμένα. Τη μία για να κάνω τη διαδρομή από τους Φούρνους προς τη ΣΦΑ (Στρατιωτικές Φυλακές Αθηνών). Και την άλλη για να κάνω τη διαδρομή από τους Φούρνους προς τη χαράδρα και τον κλωβό των πολιτικών εξόριστων. Εύχομαι να μπορέσω να πάω άλλες δύο επίσης στοχευμένα.
Οι άλλες δύο επισκέψεις μου ήταν με αφορμή εκδηλώσεις που έγιναν στο νησί. Πριν από 22 χρόνια, το 2003, πήγα σε μια συναυλία που δόθηκε εκεί από την ορχήστρα Μίκης Θεοδωράκης. Στον σύντομο κενό χρόνο από την άφιξή μου μέχρι την έναρξη της συναυλίας, χωρίς κάτι να έχω κατά νου, πήρα χώμα, πέτρες, κομμάτι σύρμα αγκαθωτό και σίδερο.
Επιστρέφοντας από τη Μακρόνησο, τα τοποθέτησα σε ένα χαρτοκούτι. Από πάνω έγραψα «τι να κάνω για αυτούς που βασανίστηκαν και χάθηκαν εκεί». Μήνες, ίσως χρόνο αργότερα, μια Κυριακή πρωί βρέθηκα μπρος στο κουτί και το σημείωμα, άναψα τσιγάρο και τα κοιτούσα. Την επομένη έψαχνα χάρτες του νησιού.