Μελετώντας την ιστορία του Πικάσο, η δυνατότητά του να σε εκπλήσσει είναι πάντα μοναδική. Πίσω από κάθε σκίτσο ή ανεκδοτολογικό περιστατικό κρύβονται νήματα που πολλαπλασιάζονται και ξυπνούν το ενδιαφέρον για νέες ιστορίες, οι οποίες με τη σειρά τους αναπτύσσονται και πλέκονται σαν κλήματα.
Είναι γνωστό ότι ο Πικάσο ήταν πάντα έτοιμος να συνδράμει σε καθετί του ζητούσαν οι φίλοι του. Έτσι, καθώς δούλευα αυτό που ονομάζω «Λογοτεχνία της αντίστασής» του, πολλά ονόματα σωρεύτηκαν στο μυαλό μου. Ονόματα για τα οποία δεν γίνεται λόγος στο πανεπιστήμιο, αλλά οι ιστορίες τους έχουν τεράστια εμβέλεια. Η Μαντλέν Ριφό, ο Μαξ Μπαρέλ, ο Ανρί Μαρτέν ή η Djamila Boupacha είναι παραδείγματα του αγώνα του Πικάσο κατά της κοινωνικής αδικίας.
Με αυτήν τη σκέψη στο μυαλό βρέθηκα μπροστά στο πορτρέτο του Νίκου Μπελογιάννη. Ο Μπελογιάννης ο οποίος πέρασε στην ιστορία συνδεδεμένος με ένα λουλούδι: το γαρίφαλο που του προσφέρθηκε πριν καταδικαστεί σε θάνατο.
Δουλεύοντας με τον Πικάσο, ιστορίες σαν αυτή χτυπούσαν «καμπανάκι», αλλά έπρεπε να τις σημειώνω και να τις αφήνω στην άκρη. Και ο χρόνος περνούσε. Μέχρι που ανέλαβα να επιμεληθώ μια έκθεση για τον Πικάσο στην Ελλάδα, την οποία θα παρουσίαζε το MOMus στη Θεσσαλονίκη. Πρόκειται για την έκθεση με τίτλο Pablo Picasso: Εξορία και Νοσταλγία. Ήταν τελικά μια καλή ευκαιρία να συμπεριληφθεί ο Μπελογιάννης στο ελληνικό κοινό.
Στην αρχή, ήταν απλώς ένας ακόμη Έλληνας που πέρασε στιγμιαία από τη ζωή του Πικάσο. Υπήρχε εκείνο το σκίτσο από τον Μάρτιο του 1952. Τυπώθηκε ως αφίσα και δημοσιεύτηκε στα γαλλικά έντυπα Regards, Les Lettres Françaises και L’Humanité. Επίσης ήταν προμετωπίδα του βιβλίου Meurtre à Athènes.
Όμως ξαφνικά (κατά την έρευνά μου) εμφανίζονται κάποιες σημαντικές λεπτομέρειες. Τα ξημερώματα της 30ης Μαρτίου ο Νίκος Μπελογιάννης εκτελείται. Ο Κλοντ Ρουά βρίσκει τον Πικάσο βαθιά επηρεασμένο από την είδηση.