Στον δείπνο εκείνης της σεπτεμβριανής Δευτέρας στο μεγάλο ανασκαφικό τραπέζι της ταβέρνας κάπως ήρθε η κουβέντα του ιδιόρρυθμου θεού Πάνα. Ούτε που θυμάται κανείς πώς και γιατί. Την επόμενη μέρα, στις 19 Σεπτέμβρη του 2000, στη βοριοδυτική γωνία του κεντρικού πλακόστρωτου δωματίου στο μεγάλο λουτρό του ανατολικού τομέα της ανασκαφής στην αρχαία Ελεύθερνα ήρθε μπροστά στο σκαλιδάκι μου το αγαλματίδιό του. Το μεγάλο τμήμα, πάνω από τα γόνατα.
Από ενθουσιασμό το σήκωσα (κακώς!) ψηλά να το δείξω στον καθηγητή Πέτρο Θέμελη που βρίσκονταν στο ίδιο άνδηρο, σ’ άλλο επίπεδο. Αποτυπώθηκε η θέση του και απορήσαμε όλοι με τη σύμπτωση: χθες τον μνημονεύσαμε, σήμερα εμφανίστηκε μπροστά μας!
Το διάδοχο διήμερο ο διευθυντής της ανασκαφής έπρεπε να βρίσκεται στην Αθήνα. Οι τομές βεβαίως δεν ησύχασαν ούτε τότε. Στο λουτρό δουλεύαν τρία συνεργεία παράλληλα. Το ένα είχε στον κασμά τον Κωστή, άνθρωπο από τους πρώτους του χωριού που σαφώς ερχόταν στη δουλειά υποστηρικτικά. Δεν είχε ανάγκη τα λεφτά της.
Πολύ μεγαλύτερός μου, με χιούμορ κρητικό, παλαιικό, καλοπροαίρετα φιλοπερίεργος, απολάμβανε την ανασκαφή και τη συναναστροφή με τον φοιτητόκοσμό της. Κάποια στιγμή ο κασμάς του άρχισε να εμφανίζει κάτι λευκό. Τον σταμάτησα.
Χωρίς να την έχει πληγώσει καθόλου, αρχίσαμε να την ξεσκεπάζουμε σιγά σιγά με μικρότερα εργαλεία και με τα γυμνά χέρια από το χαλαρό χώμα και τις πεσμένες πέτρες. Σε μια συνωμοτική σιωπή, μόλις συγκρατώντας τα επιφωνήματα χαράς. Δεν του είχε ξανατύχει του Κωστή. Έβλεπες στο πρόσωπό του από τη μια τη σοβαρότητα και από την άλλη την τεράστια έκπληξη.
Σύντομα η Αφροδίτη, στον εικονογραφικό τύπο της «σανδαλίζουσας», αποκαλύφθηκε ολόκληρη στην άκρη της τομής, σ’ ένα στρώμα καταστροφής που τα νομίσματα κατόπιν τοποθέτησαν στα χρόνια του αυτοκράτορα Κάρου (282-3 μ.Χ.) ή λίγο μετά.