Η αναταραχή που επικρατούσε στους φοιτητές την περίοδο πριν από την κατάληψη του Πολυτεχνείου ολοένα και μεγάλωνε. Με κάθε αφορμή οργανώναμε διαδηλώσεις.
Θυμάμαι, για παράδειγμα, τη μεγάλη διαδήλωση που κάναμε προς τα τέλη του Σεπτέμβρη του ’73 ενάντια στη στράτευση των φοιτητών. Ήδη πολλά παιδιά που ήταν «χτυπημένα» από την ασφάλεια –όπως λέγαμε για όσους ήταν γνωστή στις αρχές η αντιδικτατορική δράση τους– τα είχαν στείλει φαντάρους.
Εγώ ήμουν στο πτυχίο, στο Μαθηματικό Αθήνας, αλλά επειδή δεν ήθελα να πάω φαντάρος, σταμάτησα να δίνω μαθήματα. Νόμιζα ότι είχα αφήσει δύο – ήταν τρία τελικά, αλλά δεν έχει σημασία.
Είχα περάσει πλέον και στον παράνομο μηχανισμό της ΕΔΕ, της Εργατικής Διεθνιστικής Ένωσης. Ήδη τυπώναμε εφημερίδες που η Αγγελική πληκτρολογούσε στη γιάφκα που είχαμε στο Παγκράτι.
Η διαδήλωση εκείνη χτυπήθηκε βίαια από την αστυνομία, όπως και η άλλη που οργανώσαμε, λίγες μέρες πριν από την κατάληψη του Πολυτεχνείου, στα δικαστήρια –που ήταν τότε στη Σανταρόζα– στη δίκη των συλληφθέντων από τις συγκρούσεις στο μνημόσυνο του Γεωργίου Παπανδρέου.
Θυμάμαι που μας κυνηγούσανε. Ανάμεσα στα Προπύλαια και στη Βιβλιοθήκη πέφτω κάτω. Έρχεται ένας μπάτσος να με βουτήξει, τον χτυπάει μια συντρόφισσα από πίσω και σωριάζεται αυτός. Έτσι ξεφύγαμε.
Η πιο μεγάλη όμως διαδήλωση που θυμάμαι από όσες έγιναν πριν από το Πολυτεχνείο ήταν την 1η του Οκτώβρη. Στο γήπεδο του Παναθηναϊκού γίνεται η συναυλία του Σταύρου Ξαρχάκου. Γεμίζει όλο το γήπεδο.
Έχουμε πάει πολλοί και είμαστε και μια ομάδα οργανωμένοι, καμιά δεκαριά περίπου, μαζεμένοι σε ένα σημείο. Κάποια στιγμή, προς το τέλος, φωνάζουμε πως θέλουμε να παίξει το «Πότε θα κάνει ξαστεριά». Φώναζαν και άλλοι. Αυτός φοβάται μην μπουκάρει η αστυνομία, δεν το παίζει. Η συναυλία τελειώνει.
Βγαίνουμε έξω και ξεκινάμε να το τραγουδάμε εμείς. Έξω από το γήπεδο, πλήθη μαζεμένα στην Αλεξάνδρας – τότε δεν ήταν και η ασφάλεια εκεί, ήταν πιο ήρεμα τα πράγματα.