Στην Καβάλα πρωτόφτασα αεροπορικώς τον Αύγουστο του 1986 για την πρεμιέρα της Λυσίστρατης, με σκηνοθέτη τον Ανδρέα Βουτσινά και πρωταγωνιστή τον Λάκη Λαζόπουλο, κουβαλώντας και τα τυπωμένα προγράμματα σε μια κούτα. Με είχε αγγαρέψει η Νινέτα Λεμπέση· η κούτα διαλύθηκε στις αφίξεις και τα μάζευα.
Καλοκαίρι του 1986 η Λυσιστράτη της Αλίκης και η Λυσιστράτη του Λάκη και δικιά μας.
Έβαλα τον Λάκη να πάει να βρει τον Βουτσινά στο Παρίσι να συνεννοηθούνε. Παίζαμε μια επιθεώρηση στο Βέμπο. Ο Βουτσινάς είπε ναι και άρχισε η περιπέτεια.
Καλοκαίρι του ’86 στην Αθήνα. Με μερικές σελίδες πρόχειρη διασκευή, οι πρώτες σκηνές από τον Λάκη και εγώ με τη Λίνα στο σπιτάκι μου στο Φάληρο να φτιάχνουμε τα μουσικά μέρη με βάση το έργο αλλά στην ουσία χωρίς πλήρη διασκευή στα χέρια μας.
Στο μεταξύ πήγαινα τα κομμάτια στην πρόβα να τα μαθαίνει ο θίασος. Όλοι άντρες και στους αντρικούς και τους γυναικείους ρόλους… ιδέα Βουτσινά… και ο Λάκης Λυσιστράτη-Βέμπο. Με κοτσίδα και τσεμπέρι.
Προχώραγε η πρόβα, διασκευή δεν είχαμε ώσπου ήρθε ένα απόγευμα ο Βουτσινάς ψιλοέξαλλος με τη Μίκα, το λατρεμένο σκυλί του, εκεί που δουλεύαμε με τη Λίνα και μας είπε: «Κάντε και όλο το φινάλε μουσικό γιατί πρέπει να σκεπάσω τα σκατά με σοκολάτα».
Σημειωτέον, ο Λάκης στη Θεσσαλονίκη να παίζει ακόμη την επιθεώρηση και ο Λειβαδάς να μην τον αφήνει να κουνήσει. Ένιωθε ότι θα του φύγει. Όπως και του ’φυγε.
Ώρες τηλέφωνα. Εκεί πάνω την έπιασε τη Λίνα ένα νεύρο του τύπου «δεν μας αξίζει αυτή η ταλαιπωρία».
Και πάνω σ’ αυτή την ένταση έκατσε και έγραψε τη θηριώδη συμφιλίωση. «Πυρ, γυνή και θάλασσα καταραμένο τρίο». Οχτώ λεπτά όλη η σκηνή. Ένα αριστούργημα. Και στην ουσία μια σκηνική λύση πολύ ενδιαφέρουσα. Πιθανόν η μεγάλη μας στιγμή μες στην παράσταση.