Το 1950 και 1951, τότε που τα ξερονήσια ήταν γεμάτα εξόριστους/ες, περίπου πεντακόσιες γυναίκες «ανεπίδεκτες αναμορφώσεως», μεταφέρθηκαν από τη Μακρόνησο στο Τρίκερι.
Οργάνωσαν τη ζωή τους με πνεύμα αλληλεγγύης και οικονομίας δυνάμεων. Εννέα από αυτές τις γυναίκες αποφάσισαν να γράψουν όλα όσα έζησαν στα στρατόπεδα «πειθαρχημένης διαβιώσεως». Πριν ξεχαστούν. Μοίρασαν την εργασία κατά χρονικές περιόδους στα διάφορα νησιά.
Άρχισαν να γράφουν μες στις σκηνές τους με δυσεύρετο μελάνι και χαρτί και με τον φόβο του χωροφύλακα. Φύλαγαν τα χειρόγραφά τους πότε στη γη, πότε στο στρώμα τους. Ή και κατάσαρκα στο στήθος για να τα σώσουν από τυχόν αιφνιδιαστικές έρευνες. Μαζεύονταν μυστικά και απόμερα και διάβαζαν μεταξύ τους τα γραφτά τους. Για να ελέγξουν την αντικειμενικότητα των γεγονότων. Αλλά και για να παίρνουν κουράγιο η μια από την άλλη.
Οι γυναίκες που έγραψαν αυτά τα κείμενα δεν ήταν λογοτέχνιδες ούτε ήθελαν να κάνουν λογοτεχνία. Υπάρχει μονοτονία στα γραφτά τους. Γιατί μονότονη και σκληρή ήταν η ζωή τους. Άλλες τολμούν να παραδώσουν ολόκληρα τα ονόματα των βασανιστών τους. Άλλες τα αλλάζουν ή αφήνουν μόνο τα αρχικά τους από φόβο μήπως τα βρουν και τις τιμωρήσουν. Δεν θέλουν να εκδικηθούν, αλλά να πληροφορήσουν τους νέους κυρίως που λίγα γνωρίζουν από τον Εμφύλιο.
Οι γυναίκες που γράφουν είναι η Ευαγγελία Φωτάκη από το Ηράκλειο της Κρήτης, η φαρμακοποιός Αθηνά Κωνσταντοπούλου και η οδοντογιατρός Στάσα Κεφαλίδου από τη Θεσσαλονίκη, η φοιτήτρια Νίτσα Γαβριηλίδη από το Κιλκίς, η ποιήτρια Βικτωρία Θεοδώρου από τα Χανιά, η Ρόζα Ιμβριώτη και η δημοσιογράφος Αφροδίτη Μαυροειδή (Παντελέσκου) από την Αθήνα.
Αργότερα άλλες έφυγαν για τον Αϊ-Στράτη, άλλες για τα σπίτια τους. Σκορπίστηκαν σε όλη τη χώρα. Τα τετράδια των εξόριστων γυναικών ξεχάστηκαν κάπου κρυμμένα στο Τρίκερι. Δυο αντίγραφα φυγαδεύτηκαν έξω.
Πολλά χρόνια αργότερα μια ομάδα πρώην εξόριστων οργάνωσε μια εκδρομή-προσκύνημα στο Τρίκερι. Πήγε μαζί τους και η Βικτωρία Θεοδώρου.