Το ταφικό μνημείο του Θεμιστοκλή είναι ελάχιστα γνωστό. Κυρίως επειδή δεν είναι επισκέψιμο στο κοινό. Βρίσκεται μες στη Ναυτική Διοίκηση Αιγαίου στον Πειραιά σε χώρο όπου απαγορεύεται η πρόσβαση στο κοινό.
Εναλλακτικά θα μπορούσε να προσεγγιστεί μέσα από το Παλατάκι, όπου εκτείνονται 590 μ. του Κονώνειου Τείχους, δίπλα στο λιμάνι κρουαζιέρας. Αλλά η έκταση παραχωρήθηκε και αυτή στην COSCO –πακέτο με τον ΟΛΠ– στη σύμβαση παραχώρησης του 2016.
Μια υπουργός Πολιτισμού, η αείμνηστη Μυρσίνη Ζορμπά, προσπάθησε να διορθώσει τα πράγματα υπογράφοντας σχετικής απόφασης τον Οκτώβριο του 2018. Προέβλεπε ότι θα έπρεπε να ανοίξει ο χώρος στο κοινό προκειμένου οι πολίτες να συνδεθούν με την πολιτιστική τους κληρονομιά. Αλλά η εφαρμογή της απόφασης έμεινε στη διακριτική ευχέρεια των Κινέζων επενδυτών.
Οι κάτοικοι πάντα ατενίζαμε από μακριά την κολώνα όταν κολυμπούσαμε, περπατούσαμε, βγαίναμε ραντεβού. Ενσωματωμένη πάντα στη ζωή μας δεν μας κινούσε απορίες. Μέχρι που τον Απρίλιο του 2020, όταν άρχισαν οι εργασίες για το νέο λιμάνι της Πειραϊκής, είδαμε την κολώνα με άλλα μάτια.
Στην αρχή είδαμε ότι ένα τεράστιο μολύβδινο αντικείμενο τρυπούσε τον βυθό της θάλασσας γύρω από το μνημείο. Η καρδιά μας τρανταζόταν σε κάθε κατέβασμά του στον βυθό. Ήταν σαν να χτυπούσε τα καλοκαίρια μας, τα παιδικά μας χρόνια. τις βουτιές μας, τον ορίζοντά μας στη Σαλαμίνα.
Στις 23 Ιουλίου 2020 καλέσαμε ως Παρατηρητήριο Πειραϊκής συγκέντρωση έξω από το Δημαρχείο Πειραιά και πορεία προς το αρχαιολογικό μουσείο της πόλης, όπου θυροκολλήσαμε ψήφισμα για να σταματήσουν τα έργα. Τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς είδαμε για πρώτη φορά το πρώτο κεσόν. Ένα τεράστιο τσιμεντοκιβώτιο, το οποίο σύντομα έσπασε σε δύο κομμάτια.
Με το πρώτο κεσόν έκαναν την εμφάνισή τους τριαξονικά φορτηγά. Διέρχονταν την ακτή Μιαούλη μεταφέροντας χωματουργικά υλικά. Τα φορτηγά πέρναγαν από την πύλη που τους άνοιγε η Ναυτική Διοίκηση Αιγαίου και άδειαζαν το φορτίο τους στη θάλασσα.