Skip to content
Home » Θεσσαλονίκη, Χαλκίδα, Αθήνα, Ωρωπός: Η έναρξη της γερμανικής κατοχής

Θεσσαλονίκη, Χαλκίδα, Αθήνα, Ωρωπός: Η έναρξη της γερμανικής κατοχής

    Θεσσαλονίκη, Χαλκίδα, Αθήνα, Ωρωπός: Η έναρξη της γερμανικής κατοχής

    Published
    Η Σοφία Πετροπούλου με τον αδελφό της Πέτρο τα πρώτα χρόνια της γερμανικής κατοχής

    Θεσσαλονίκη, Χαλκίδα, Αθήνα, Ωρωπός: Η έναρξη της γερμανικής κατοχής

    Published
    Η Σοφία Πετροπούλου με τον αδελφό της Πέτρο τα πρώτα χρόνια της γερμανικής κατοχής
    Η Σοφία Πετροπούλου θυμάται για λογαριασμό του Short Stories τις πρώτες μέρες της γερμανικής κατοχής, τον Απρίλη του 1941, όπως τις έζησε ως επτάχρονο παιδί

    Λίγο πριν μπούνε οι Γερμανοί στη Θεσσαλονίκη, τον Απρίλη του 1941, δόθηκε η επείγουσα εντολή από την κυβέρνηση να κατεβούνε όλα τα υψηλόβαθμα υπηρεσιακά στελέχη στην Αθήνα. Ανάμεσά τους και ο πατέρας μου, που ήταν τότε διευθυντής οικονομικών υπηρεσιών. Εγώ ήμουν επτά χρόνων και ο αδελφός μου ο Πέτρος πεντέμισι.

    Η εντολή έλεγε να μην έχουν μαζί τους τις οικογένειές τους. Ο πατέρας μου κατέβηκε μόνος του στο λιμάνι για να επιβιβαστεί στο πλοίο που θα τους μετέφερε. Αλλά είδε πως οι άλλοι είχαν φέρει τις οικογένειές τους. Τηλεφώνησε αμέσως στη μητέρα μου και της είπε να πάμε γρήγορα στο λιμάνι. Εκείνη μας ξύπνησε –ήταν πολύ νωρίς το πρωί και τα παιδιά ακόμη κοιμόμασταν– και κατεβήκαμε άρον άρον στο λιμάνι.

    Οι πόρτες του πλοίου είχαν κλείσει και για να ανεβούμε, μας έριξαν πάνω από το πλοίο ανεμόσκαλες. Ανεβήκαμε από εκεί.

    Στο πλοίο δεν είχαν καθόλου τρόφιμα. Ούτε που θυμάμαι πόσες ώρες κάναμε να φτάσουμε πεινασμένοι στη Χαλκίδα. Εκεί ο πατέρας μου είχε έναν φίλο και πήγαμε στο σπίτι του όπου μας φιλοξένησε. Η γυναίκα του μας ετοίμασε μακαρονάδα. Ήταν η πιο νόστιμη μακαρονάδα που έφαγα στη ζωή μου, ίσως γιατί, όπως λένε, το καλύτερο ορεκτικό είναι η πείνα.

    Ύστερα από κάποιες μέρες –δεν θυμάμαι πόσες– πήγαμε στην Αθήνα. Εκεί μας φιλοξένησε μια ξαδέλφη της μητέρας μου, η θεία Μαριάνθη, που έμενε στην οδό Ερεσού 74. Η διεύθυνση έχει χαραχτεί στη μνήμη μου, καθώς οι γονείς μας μας έβαλαν να τη μάθουμε, ώστε αν τυχόν χαθούμε παίζοντας στη γειτονιά, να ξέρουμε τι να πούμε σε κάποιον μεγάλο για να μας βοηθήσει να επιστρέψουμε.

    Ο θείος Μίνως, που είχε κατέβει κι αυτός από τη Θεσσαλονίκη έμενε στον Ωρωπό. Mας πήρε λίγες μέρες μαζί του. Ένα πρωί πήγαμε βόλτα στο λιμάνι και καθίσαμε σε κάποιο καφενείο. Μπροστά μας ήταν αραγμένο ένα μεγάλο πλοίο.

    Δεν κυκλοφορούσε ψυχή. Κάποια στιγμή εμφανίζονται μερικοί μοτοσικλετιστές και μετά ένα αυτοκίνητο ανοιχτό με Γερμανούς αξιωματικούς

    Για μια στιγμή ακούστηκε ο θόρυβος ενός αεροπλάνου. Κρυφτήκαμε κάτω από τα τραπέζια και κοιτούσαμε με αγωνία.

    Όταν το αεροπλάνο έφτασε περίπου πάνω από το πλοίο, έριξε βόμβες. Δεν θυμάμαι πόσες. Τρεις ή τέσσερις. Όταν έπεφταν, τα νερά της θάλασσας σηκώνονταν ψηλά. Το αεροπλάνο έφυγε χωρίς να πετύχει τον στόχο του.

    Οι χωριανοί του Ωρωπού μας είπαν ότι αυτό το πλοίο μάλλον ήταν γερμανικός στόχος γιατί «μετέφερε τον χρυσό του βασιλιά». Όπως έμαθα μεγάλη πια, αυτή ήταν μια ιστορία από εκείνες που λένε στα χωριά χωρίς να έχουν σχέση με την πραγματικότητα. Ο ελληνικός χρυσός είχε ήδη φυγαδευτεί στο Κάιρο από άλλο λιμάνι.

    Προς το τέλος του μήνα έγινε γνωστό ότι οι Γερμανοί θα έμπαιναν στην Αθήνα. Όλοι μαζί πήγαμε στον κεντρικό δρόμο, από εκεί που θα περνούσαν. Ανεβήκαμε στον τρίτο ή τον τέταρτο όροφο, σε ένα διαμέρισμα γνωστού του πατέρα μου, και από τις γρίλιες στα κατεβασμένα παντζούρια παρακολουθούσαμε.

    Ο δρόμος μια ερημιά. Δεν κυκλοφορούσε ψυχή. Ούτε στα μπαλκόνια ήταν κανείς και όλα τα παντζούρια ήταν κλειστά. Κάποια στιγμή εμφανίζονται μερικοί μοτοσικλετιστές και μετά ένα αυτοκίνητο ανοιχτό στο οποίο ήταν κάποιοι Γερμανοί αξιωματικοί.

    Ύστερα από λίγες μέρες όλους τους διευθυντές υπηρεσιών με τις οικογένειές τους που είχαν κατεβεί στην Αθήνα μας έβαλαν σε λεωφορεία με οδηγούς Γερμανούς και κάνα δυο ακόμη Γερμανούς να μας φυλάνε. Ξεκινήσαμε για τη Θεσσαλονίκη. Όταν φτάσαμε, πήγαμε στα σπίτια μας.

    Και τότε άρχισαν οι κακουχίες της Κατοχής.

    banner_300_250
    Picture of Σοφία Πετροπούλου
    Η Σοφία Πετροπούλου είναι συνταξιούχος εκπαιδευτικός

    Αφήγηση στον
    Στάθη Γκότση

    Κεντρική φωτογραφία
    Από το προσωπικό αρχείο της Σοφίας Πετροπούλου

    ΣΧΕΤΙΚΑ LINKS

    MORE STORIES

    Βασίλης Βασιλικός shortstories
    Short

    Ο δικός μου Βασίλης Βασιλικός

    Η Σοφία Πετροπούλου αφηγείται στο Short Stories στιγμές από τη σχέση της με τον Βασίλη Βασιλικό κατά τη δεκαετία του 1950, όταν ήταν και οι δυο φοιτητές στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης