Απρίλιος 1991, ξεκίνημα της ανασκαφής στα Αχλάδια Σητείας. Σκοπός μας να ολοκληρώσουμε την έρευνα στον θολωτό υστερομινωικό ΙΙΙΑ-Β (14ος-13ος αιώνας π.Χ.) τάφο που είχε ανασκάψει ο Νικόλαος Πλάτων το 1939 και 1952. Kαι ακόμη να αποτυπώσουμε πλήρως το μνημείο και να ερευνήσουμε μερικούς επιφανειακούς τοίχους στην άμεση γειτονία του.
Συνεργασία της ΚΔ’ Εφορείας Αρχαιοτήτων με το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών της Ιταλίας, διευθύντρια η γράφουσα, συνδιευθύντρια η Lucia Vagnetti. Με τη συμμετοχή του αρχιτέκτονα Paolo Belli, δύο νέων αρχαιολόγων, της Αναστασίας Παπακωστοπούλου και της Maria-Grazia Vannaria. Και τεσσάρων ακόμη έμπειρων εργατών, με επικεφαλής τον Παντελή Καμπανό.
Καθώς ήταν αδύνατο να βρούμε σε ποιον ανήκε το χωράφι όπου ο τάφος, είχαμε κάνει την απαραίτητη από το νόμο γνωστοποίηση της ανασκαφής στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Κατά τις 8.30 το πρωί της πρώτης ημέρας της ανασκαφής καταφθάνει ένα αγροτικό αυτοκίνητο. Κατεβαίνει ο οδηγός, μας κοιτάζει, μάλλον βλοσυρά, και ξαναφεύγει. Ύστερα από μισή ώρα επιστρέφει μαζί με φύλακα του Μουσείου Σητείας. Κατεβαίνουν από το αυτοκίνητο.
Λέει ο καημένος ο φύλακας: «Αφού σας είπα ότι η κυρία Τσιποπούλου θα ήταν στην ανασκαφή, αυτή δεν λείπει ποτέ».
Ο άλλος: «Πες της ότι είμαι ο ιδιοκτήτης του χωραφιού».
Ο φύλακας (χωρίς να καταλαβαίνει πού θα καταλήξει): «Μα εδώ είναι, σε ακούει!». Και ο ιδιοκτήτης: «Εγώ δε μιλώ με γυναίκες» (sic!).
Σε πολύ δύσκολη θέση όλη η ομάδα, Κρητικοί και Ιταλοί, κρατώντας την αναπνοή τους, με κοίταζαν και αναρωτιούνταν πώς θα τελειώσει το θέατρο του παραλόγου.
Τον πλησίασα, τον κοίταξα στα μάτια από το ύψος μου του 1,55 και του είπα ήρεμα: «Ο διευθυντής αυτής της ανασκαφής είναι γυναίκα, και είμαι εγώ. Τι θα θέλατε;» Ψέλλισε κάτι σαν «Να, αν έχετε άδεια…», κοιτώντας πάντα τον φύλακα. Του εξήγησα. Μετά μπήκε στο αυτοκίνητό του και έφυγε.
Δεν τον ξαναείδαμε. Μουρμούρησε άραγε «Τα ύστερα του κόσμου…» ή ήταν η ιδέα μου;