Ημουν σχετικά νέος γιατρός. Επιμελητής σε μια από τις πνευμονολογικές κλινικές του Νοσοκομείου Νοσημάτων Θώρακος Αθηνών «Η Σωτηρία», περίπου πριν από σαράντα χρόνια.
Μου τηλεφωνεί ένας συνάδελφος και μου ζητάει να εξετάσω έναν νεαρό ποδοσφαιριστή από την επαρχία, ο οποίος αγωνιζόταν σε ομάδα της Β΄ εθνικής κατηγορίας. Ήθελε να τον εξετάσω διότι είχε οξύ παροξυτικό (όχι συνεχή, αλλά με παροξυσμούς) βήχα.
Βάσει του ιστορικού του ποδοσφαιριστή ο βήχας είχε ξεκινήσει ύστερα από έναν τραυματισμό σε αγώνα. Σε ένα τζαρτζάρισμα είχε τρακάρει με έναν άλλον παίκτη, είχε πέσει στο χορτάρι και είχε γυρίσει η γλώσσα του.
Στην προσπάθειά του να κρατήσει τους αεραγωγούς του ανοικτούς και να τον σώσει, ο λάινσμαν του αγώνα είχε τοποθετήσει στο στόμα του την ξύλινη λαβή από το σημαιάκι που κρατούσε. Στη διάγνωση επομένως έμπαινε μετ’ επιτάσεως η εισρόφηση ξένου σώματος.
Ετοιμάσαμε αμέσως τον ποδοσφαιριστή για βρογχοσκόπηση και όντως είδα στην οθόνη του μηχανήματος το κομμάτι του ξύλου μες στον βρόγχο. Ο στόχος μου ήταν να το αφαιρέσω απευθείας.
Το ψάρεμά του ήταν μια υπόθεση πολύ πολύ δύσκολη και λεπτή. Με μια λαβίδα και με πολύ προσεκτικό χειρισμό μετακίνησα το ξύλο μέχρι την τραχεία. Από εκεί κατάφερα να το τοποθετήσω μέσα σε ένα άλλο εργαλείο, το λεγόμενο μπάσκετ, και έτσι να το αφαιρέσω.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της βρογχοσκόπησης ο νεαρός ασθενής ήταν πολύ συνεργάσιμος, ξύπνιος και απολύτως ακίνητος. Ευτυχώς είχαν πάει όλα καλά.
Τρία πράγματα θυμάμαι σαν να ήταν χθες. Το πρώτο είναι πως τον νεαρό ποδοσφαιριστή συνόδευαν πέντε έξι παράγοντες της ομάδας στην οποία έπαιζε τότε, καθώς ήταν πολύ καλός παίκτης και θα έπαιρνε μετεγγραφή στην Α΄ εθνική, οπότε ήταν «πολύτιμος» για αυτούς.
Το δεύτερο ότι όταν ο νεαρός ξεπέρασε το σοκ, μου έσφιξε το χέρι, με ευχαρίστησε και μου είπε ότι πλέον θα φωνάζει το όνομά μου σε κάθε γκολ που θα πετυχαίνει.