Η πρώτη πρωτομαγιάτικη συγκέντρωση μετά τη χούντα, πρώτη επίσης στη ζωή μου από τις καμμιά σαρανταριά Πρωτομαγιές που βρέθηκα στους δρόμους, ήταν αυτή του 1975. «Όταν σκοτώθηκε ο Παναγούλης». Θυμάμαι ολοκάθαρα το συλλογικό σοκ της στιγμής που το μαθαίναμε, πολλές δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι μαζί, από τα μεγάφωνα της συγκέντρωσης.
Κοντά μισό αιώνα αργότερα η μνήμη παίζει άσχημα παιχνίδια. Ο Παναγούλης δεν σκοτώθηκε την Πρωτομαγιά του 1975. H στιγμή της αναγγελίας του θανάτου του είναι από την επόμενη πρωτομαγιάτικη συγκέντρωση. Αυτή του 1976.
Η Πρωτομαγιά του 1975 κι εκείνη του 1976 –και οι δύο συγκέντρωση στην πλατεία Κοτζιά, πορεία μέχρι το Πολυτεχνείο– έχουν γίνει ένα. «Συγχωνευμένες» η μια μες στην άλλη. Πρωτόγνωρη η αίσθηση ελευθερίας και ευτυχίας που γευόμασταν εμείς οι φοιτητές. Χαμένοι μέσα σε ένα παλλόμενο ποτάμι οικοδόμων, βιομηχανικών εργατών.
Αλλά και εργατριών και κοριτσιών από τα σουπερμάρκετ. Θέλουν αυτό που κάποιες «γιαγιάδες» τους, απεργές κλωστοϋφαντουργίνες στο Λόρενς της Μασαχουσέτης στις αρχές του αιώνα, διατύπωσαν αξεπέραστα. «Θέλουμε ψωμί, αλλά και τριαντάφυλλα». Αλλά και ολόκληρη τη ζωή, όχι μόνο μια χαμοζωή ή μισή ζωή. Θέλουμε να αλλάξει ριζικά ο κόσμος και να απελευθερωθεί η ζωή μας.
Οι κόκκινες σημαίες της δουλειάς, τα συνθήματα που πάντρευαν οικονομικές διεκδικήσεις με την απαίτηση για λιγότερο χρόνο εργασίας, ελεύθερη συνδικαλιστική οργάνωση και δημοκρατία στους τόπους δουλειάς, ενάντια στο ΝΑΤΟ και στους Αμερικάνους, τα τραγούδια.
Είμαι, όπως κι όλες τις επόμενες Πρωτομαγιές μέχρι το 1989, με το μεγάλο μπλοκ της ΕΣΑΚ (που ιδρύθηκε το 1968 και γιγαντώθηκε από το 1974). Συναντιόμαστε με το πιο ετερόκλητο πλήθος απεργών απ’ όλη την Ελλάδα. Εργάτες και εργάτριες από τη ΝΑΣΙΟΝΑΛ ΚΑΝ της Ελευσίνας –η πρώτη απεργία μετά την κατάρρευση της χούντας–, από την ΗΒΗ, την ΙΖΟΛΑ, τη γερμανική AEG, την αμερικανική ΙΤΤ, τη ΒΙΩΜΑΞ, την ΕΣΚΙΜΟ, την ΠΙΤΣΟΣ.