19-6-1974. Τελευταία αγωνιστική με Καβάλα. Και στέψη του πρωταθλητή. Τετάρτη αμέσως μετά τον τελικό του κυπέλλου (ήττα του Ολυμπιακού από τον ΠΑΟΚ στα πέναλτι). Και με τη μεγαλύτερη μπόρα Ιουνίου στην Αττική, τουλάχιστον όσο θυμάμαι εγώ.
Στον κατάλογο του ΟΤΕ βρήκα το τηλέφωνο του Σταδίου Καραϊσκάκη (4512073; 083; Ακόμη στη μνήμη μου!). Ήθελα να ρωτήσω αν θα γίνει το παιχνίδι. «…δεν ξέρουμε, κύριε, είναι θέμα διαιτητή. Πάντως εισιτήρια βγάλαμε στα ταμεία».
Βρίσκω ένα μπουφάν που δεν είχε μπει ακόμη στη ναφθαλίνη και ξεκινάω με τη μάνα μου στα πρόθυρα λιποθυμίας. Η αλήθεια είναι ότι και εμένα να ρωτούσαν αν είμαι καλά, θα απαντούσα «όχι». Αλλά το φιλότιμο, η ιερή υποχρέωση να είμαι εκεί όταν θα μπει το 100ό γκολ με έσπρωχνε. Μην ξεχνάμε ότι ήμασταν στα 98.
Κατέβηκα, βρήκα εισιτήριο, μπήκα. Ο κόσμος ήταν μαζεμένος μεταξύ του τουρνικέ της 7 και της εξόδου προς το γήπεδο, μέχρι εκεί που δεν ερχόταν η βροχή. Κάποιοι ηρωικοί, τυλιγμένοι σε σακούλες νάιλον, μας ειδοποίησαν: «Βγαίνουνε». Μόλις ακούσαμε το σφύριγμα, μπήκαμε όλοι τρεχάλα· ένας καλαμπουρτζής φώναξε: «Εντάξει, ήρθαμε, ξεκινάτε»! Πήγαμε να κάτσουμε, να σταθούμε μάλλον, γιατί το τσιμέντο ήταν όχι απλώς βρεγμένο, αλλά και με πολλές λιμνούλες.
Στημένοι κάτω από το ρολόι βλέπαμε μερικές φάσεις – όποτε ξεκόλλαγε η μπάλα από το νερό δηλαδή. Και στο 32ο λεπτό, μπροστά μας, με τακουνάκι ο Λοσάντα κάνει το 1-0 πετυχαίνοντας το γκολ νούμερο 99. Πανευτυχής εγώ, λάτρης της στατιστικής, ενημερώνω τους πέριξ ότι είναι το τρίτο σερί παιχνίδι του Ολυμπιακού στο οποίο σκοράρει ο Λοσάντα.
Αλλά αυτοί είχαν τον νου τους στο τρανζίστορ για το τι κάνει ο Παναθηναϊκός. Ειδικά τι κάνει ο Αντωνιάδης, καθώς υπήρχε ελπίδα να βγει πρώτος σκόρερ ο Τριαντάφυλλος. Για τον Υβ ήταν το τελευταίο του παιχνίδι μ’ εμάς· είχε ήδη ανακοινωθεί. Μάλιστα οι συμπαίκτες του του έδωσαν τιμητικά το περιβραχιόνιο του αρχηγού.