Skip to content
Home » Γιατί απεχθάνομαι τις εθνικές εορτές και τις παρελάσεις

Γιατί απεχθάνομαι τις εθνικές εορτές και τις παρελάσεις

    Γιατί απεχθάνομαι τις εθνικές εορτές και τις παρελάσεις

    Published

    Γιατί απεχθάνομαι τις εθνικές εορτές και τις παρελάσεις

    Published
    H Μαριάννα Κομματά μοιράζεται με το Short Stories μια εμπειρία της από τα μαθητικά της χρόνια που την έκανε να καταλάβει τι σημαίνει φτωχός και την οδήγησε στο να απεχθάνεται, μέχρι και σήμερα, τις παρελάσεις

    Με τα εμβατήρια σηκώνεται η τρίχα μας όπως στα ζώα όταν είναι ετοιμοπόλεμα. Από μικρά παιδιά χαίρονται οι άνθρωποι στις εθνικές εορτές· ακόμη δεν έχω καταλάβει γιατί. Ίσως επειδή είναι αργία; Αυτό όμως για εμένα ήταν πάντοτε ένας λόγος να στενοχωριέμαι, επειδή στο σχολείο περνούσα καλύτερα από το σπίτι μου. Μήπως ένιωθε ο κόσμος συγκίνηση επειδή στις εθνικές εορτές μάθαινε την έννοια της υπερηφάνειας πάνω στα ιερά κόκαλα των προγόνων;

    Δεν μου άρεσαν οι παρελάσεις· αν μάλιστα υπήρχαν και όπλα, φοβόμουν.

    Το θέμα όμως στα εννιά μου χρόνια ήταν ότι θα έλεγα ποίημα στη γιορτή και δεν είχα μπλε φούστα και άσπρη μπλούζα να φορέσω όπως όλα τα άλλα κοριτσάκια. Σήμερα θα έλεγα ότι ήμασταν φτωχοί. Γι’ αυτό. Εκείνη την εποχή δεν ήξερα ότι υπάρχουν πλούσιοι. Νόμιζα πως όλος ο κόσμος ζει όπως εμείς, εκτός βέβαια από τα παραμύθια με τους βασιλιάδες και τα πριγκιπόπουλα. Άρχισα να ακούω για πλούσιους όταν έλεγαν ότι αυτοί μένουν σε πολυκατοικίες.

    Η φίλη μου η Στέλλα, συμμαθήτριά μου, είχε και την μπλούζα και τη φούστα. Αυτοί έμεναν σε χτιστό σπίτι, όχι σε παράγκα· επειδή μάλλον ο πατέρας της ήταν χτίστης εργολάβος. Μαζί θα λέγαμε το μεγάλο ποίημα.

    Πάντα μου άρεσε να απαγγέλλω. Η μάνα μου βρήκε τη λύση για τη μοναχοκόρη της. Είχε ένα ταγεράκι τσόχινο σε χρώμα ανοιχτό λαδί, αποφόρι της αδελφής της. Το στένεψε, το κόντυνε και μου το φόρεσε. Χάθηκα μες στις πιέτες και έβαλα τα κλάματα.

    Είχα καταλάβει για πρώτη φορά στη ζωή μου ότι συνήθως δεν βγαίνει σε καλό να είναι κάποιος ξεχωριστός…

    «Έλα, βρε κουτό» είπε η μάνα, «θα ξεχωρίζεις απ’ όλες! Καμία άλλη δεν έχει τέτοιο ρούχο. Όλες τα ίδια θα φοράνε. Μπλε φούστα, άσπρη μπλούζα. Μονοτονία».

    Δεν είχα άλλη επιλογή αν ήθελα να πω το ποίημα και πήγα με το ταγέρ στο σχολείο. Κανείς δεν το σχολίασε, ούτε για καλό ούτε για κακό. Μόνο με κοιτούσαν περίεργα και χασκογελούσαν. Είχα φουντώσει. Έκαιγαν τα μάγουλα σαν να είχα πυρετό. Δεν ευχαριστήθηκα την απαγγελία. Μόλις τελείωσα κι ενώ ο κόσμος χειροκροτούσε ακόμη, έτρεξα να κρυφτώ.

    Είχα καταλάβει για πρώτη φορά στη ζωή μου ότι δεν βγαίνει σε καλό να είναι κάποιος ξεχωριστός. Επειδή και το κόκκινο πρόβατο ξεχωριστό είναι, αλλά δεν το δέχονται στο κοπάδι.

    Γεγονός είναι ότι μέχρι σήμερα απεχθάνομαι τις παρελάσεις. Θεωρώ υποκρισία να παρελαύνουν στρατιώτες και πολεμικά όπλα στο όνομα της ειρήνης. Μόνο η παγκόσμια αποστρατικοποίηση θα μας έκανε υπερήφανους για την ανθρωπότητα. Δίχως πολέμους.

    banner_300_250
    Picture of Μαριάννα Κομματά
    Η Μαριάννα Κομματά είναι συνταξιούχος. Εργαζόταν στη σύνταξη του ελληνικού προγράμματος της Βαυαρικής Ραδιοφωνίας (BR) στο Μόναχο έως το 2002

    MORE STORIES

    παλτό λεοπάρδαλη shortstoriesgr Μαριάννα Κομματά
    Short

    91 ομπρέλες και μία λεοπάρδαλη στην ντουλάπα της μαμάς

    Η Μαριάννα Κομματά γράφει στο Short Stories για την ομπρελομανία της μαμάς της, η οποία στα 91 της χρόνια βρέθηκε να έχει συγκεντρώσει 91 άθικτες ομπρέλες που συντρόφευαν στην ντουλάπα της ένα παλτό που ελάχιστα φόρεσε στη ζωή της