Είμαι πέντε χρονών, στο σαλόνι του σπιτιού μας στην Κέρκυρα, και η μητέρα μου διαβάζει δυνατά τον Άρχοντα των Δαχτυλιδιών. Στο μυαλό μου, εκείνος ο φίλος των γονιών μου με τη βαθιά φωνή, τα λευκά μαλλιά και την πάντα μισάνοιχτη τσάντα, γεμάτη σημειώσεις, είναι σίγουρα ο Γκάνταλφ. Τα βιβλία, απλώς, υπάρχουν παντού γύρω μου.
Είμαι οκτώ, διαβάζω τον Μυστικό Κήπο και πείθω τον εαυτό μου πως αν ψάξω αρκετά θα βρω τη δική μου ξεχασμένη πόρτα καλυμμένη με κισσό. Χάνομαι τουλάχιστον μια φορά προσπαθώντας. Είμαστε οι μυστικοί ντέντεκτιβ και λύνουμε μυστήρια ένα ολόκληρο καλοκαίρι. Ο μυστικός κήπος τελικά υπάρχει κι εμείς ξέρουμε πού ακριβώς βρίσκεται.
Είμαι δέκα, βρέχει, και στο διάλειμμα πλησιάζω το καινούργιο κορίτσι στην τάξη. Γινόμαστε φίλες. Στα 12 πια λέμε απλώς Ε.Π. και έχουμε συνεννοηθεί για πάντα.
Είμαι 17 στην απαγορευμένη πλευρά του Παλαιού Φρουρίου στην Κέρκυρα, υπάρχει ένας πυργίσκος με πάτωμα που μοιάζει με σκακιέρα. Νιώθω πως αν σταθώ αρκετή ώρα, θα ανοίξει μια ρωγμή στον χρόνο και θα βρεθώ στον κόσμο του βιβλίου που έχω στα χέρια μου. Πριν χαθώ μέσα στο αρχιπέλαγος του Άμπαρατ, ακούγεται ο ήχος ενός καμπαναριού. Κάπου στο βάθος, η θάλασσα σκοτεινιάζει. Φοβάμαι και φεύγω.
Τα βιβλία με συντροφεύουν, ακόμα και όταν δεν το συνειδητοποιώ. Από εκεί παίρνω δύναμη. Kλέβω λέξεις όταν δεν βρίσκω τις δικές μου. Από εκεί αντλώ το θάρρος να προχωράω ακόμα και όταν τρομάζω να κάνω έστω και ένα βήμα.