Πριν από κάποια χρόνια ήμουνα με μια κοπέλα, τη Σούζι, με την οποία ήμουν πολύ ερωτευμένος. Ήμασταν περίπου τρεις μήνες μαζί. Είχαμε αποφασίσει να επισημοποιήσουμε τη σχέση μας. Έτσι λοιπόν η Σούζι πήρε την απόφαση να μιλήσει για το θέμα αυτό στη γιαγιά της. Η γιαγιά της ήταν που τη μεγάλωσε, καθώς είχε χάσει μικρή τον πατέρα της, όπως κι εγώ τον δικό μου. Αυτό ήταν ένα ακόμη κοινό μας σημείο με την κοπέλα. Ένα σημείο που δυνάμωνε τη σχέση μας. Ταιριάζαμε πολύ με αυτή την κοπέλα.
Μίλησε λοιπόν στη γιαγιά της. Με είχε να ακούω με κλήση στο Skype, χωρίς να το ξέρει η γιαγιά της. Εκείνη αντέδρασε στα νέα και άρχισε να της λέει: «Τι πας και κάνεις με τον “γύφτο”; Ντροπιάζεις τον πατέρα σου. Δεν θα ήταν καθόλου περήφανος γι’ αυτή σου τη σχέση. Αυτός το μόνο που θέλει είναι να σε κλέψει. Να σου φάει τα λεφτά σου. Να σε γκαστρώσει και να σου πάρει την προίκα».
Κλείνοντας τη συζήτηση της είπε πως αν θέλει να συνεχίσει τη σχέση της μαζί μου, θα πρέπει να φύγει από το σπίτι. Και πως η ίδια δεν πρόκειται να ανεχτεί αυτήν τη σχέση. Η Σούζι αγαπούσε πολύ τη γιαγιά της. Γι’ αυτό όταν την άκουσε να μιλάει έτσι για τον άνθρωπο με τον οποίο ήταν ερωτευμένη, στενοχωριόταν και έκλαιγε απαρηγόρητα. Της είπα πως δεν θα ήθελα να γίνω τέτοιο βάρος για την ίδια και τη ζωή της και ότι καταλαβαίνω. Πληγώθηκα πολύ.
Δεν ήταν όμως η πρώτη φορά. Σε μια άλλη μου σχέση η κοπέλα με χώρισε του Αγίου Βαλεντίνου. Επί δύο μήνες κρυβόμασταν από τους άλλους για να μη μας δούνε μαζί και πούνε ότι κυκλοφορεί με τον «γύφτο». Φοβόταν να πει ότι είναι μ’ εμένα γιατί οι γονείς της ήτανε παλαιών αρχών. Ήμασταν πολύ προσεκτικοί και διακριτικοί.