Στις 27 Ιανουαρίου 2017 θα έκανε πρεμιέρα στη Βιένη ένα φιλόδοξο εγχείρημα. Το Burgtheater είχε αναθέσει σε πέντε συγγραφείς να γράψουν από ένα μονόπρακτο για την παράσταση Ένα ευρωπαϊκό δείπνο, σε σκηνοθεσία της Barbara Frey. Μια από τις συγγραφείς ήταν η Τζέννυ Έρπενμπεκ. Κι αυτό μου αρκούσε.
Το πρωί εκείνης της ημέρας της τηλεφωνώ και της αποκαλύπτω ότι είμαι στη Βιένη. Χαίρεται πάρα πολύ, δεν το πιστεύει. Τη συναντώ στο σπίτι μιας φίλης της. Η φίλη της ενθουσιάζεται και θυμάται μια συναυλία με τη Φαραντούρη στην Αθήνα πολλά χρόνια πριν.
Πίνοντας καφέ, η Τζέννυ Έρπενμπεκ μας εξομολογείται ότι δεν ξέρει πώς θα είναι η παράσταση, γιατί το προηγούμενο βράδυ η σκηνοθέτρια της έστειλε μήνυμα για να της ανακοινώσει ότι έκοψαν κάποια πράγματα από το τέλος του έργου της. Τι ακριβώς δεν της εξήγησε.
Κάποια στιγμή με βλέπει να προσπαθώ να φωτογραφίσω μια ασπρόμαυρη κάρτα σε ένα ψηλό ράφι της βιβλιοθήκης της φίλης της. Ανεβαίνει σε ένα σκαμπό. Παίρνει την κάρτα και την κρατάει να τη φωτογραφίσω: «Κανένας δεν έχει το δικαίωμα να υπακούει – Χάνα Άρεντ».
Χωρίζουμε με τη συγγραφέα λίγο μετά το μεσημέρι και δίνουμε ραντεβού στο θέατρο.
Στο θέατρο πηγαίνω με μια Αυστριακή συνάδελφο. Καθώς οι θέσεις που είχα κλείσει δεν ήταν κοντά στη συγγραφέα, συμφωνούμε να βρεθούμε μετά το τέλος της παράστασης στο φουαγέ για τη δεξίωση.
Η παράσταση αρχίζει. Σε ελάχιστα λεπτά σκέφτομαι ότι έχω δει πολύ πιο εμπνευσμένες σκηνοθεσίες στην Αθήνα. Ο μύθος του Burgtheater καταρρέει μπροστά στα μάτια μου.
Ούτε τα κείμενα με ενθουσιάζουν. Ούτε η γερασμένη μετανάστρια από την Ουγγαρία Μαρί της Τερέζια Μόρα ούτε η παραληρηματική, χαμένη στη μυθολογία Γυναίκα από την Αυστρία της Ελφρίντε Γέλινεκ ούτε η μετανάστρια καθαρίστρια Μαριούσα που σιχαίνεται τους μαύρους της Νίνο Χαρατισβίλι ούτε η Ουκρανή δότρια ωαρίων Ντάρια και η άτεκνη Βρετανίδα Μέρι της Σόφι Όξανεν.