Τον Σεπτέμβριο του 2001 τριγυρνάμε στις βουνοκορφές των Ιμαλάιων, στο Μακλέογκαντς, μια περιοχή που παραχώρησαν οι Ινδοί στους Θιβετιανούς εξόριστους όταν εισέβαλαν οι Κινέζοι στο Θιβέτ το 1950. Ξαφνικά όπως βολτάρουμε βλέπουμε πλήθος κόσμου να τρέχει προς μια κατεύθυνση. «Τι γίνεται, βρε παιδιά, τι τρέχει εδώ πέρα;». Και βρίσκουμε έναν πιτσιρικά που μας λέει: «Είναι εδώ ο Δαλάι Λάμα τη στιγμή αυτή και δίνει ευλογία».
Εκείνη την εποχή συμπλήρωνε τρία χρόνια σιωπηλού διαλογισμού, δεν έβγαζε λέξη, άχνα. Στηνόμαστε σε μια τεράστια ουρά με Ινδούς, Θιβετιανούς, Κινέζους – όλες οι φυλές του Ισραήλ κι εμείς, δύο ζευγάρια.
Ο Δαλάι Λάμα στέκεται όρθιος σε ένα τραπεζάκι, σε κοιτάζει, σου χαμογελάει και σου βάζει ένα κομποσκοίνι στο χέρι. Έρχεται η σειρά μας· με κοιτάζει με βλέμμα που εγώ προσωπικά δεν έχω νιώσει ξανά έτσι.
Αισθάνομαι ότι με διαπερνά από άκρη σε άκρη, πιστεύω για πρώτη φορά σε αυτό που λένε «αύρα». Ο Βίλχελμ Ράιχ από την πλευρά του το έλεγε ενέργεια που σε περιβάλλει. Για πρώτη φορά το είδα στον Δαλάι Λάμα: το χριστιανικό φωτοστέφανο. Καθαρή ενέργεια.