Είναι από εκείνες τις ώρες που εύχεσαι ότι θα ήταν καλύτερα να μην είχε βρεθεί τίποτε σπουδαίο, ενώ μέσα σου νοσταλγείς έναν ήλιο καυτό να στεγνώσει τα χώματα «και το επιπολάζον ύδωρ αφανίσαι», όπως αναφέρει ο Διόδωρος ο Σικελιώτης για τον Ήλιο, τον εραστή του νησιού της Ρόδου, όπου συνέβησαν όσα περιγράφονται εδώ.
Εκείνες τις ημέρες δυο ανασκαφές ήταν σε εξέλιξη με κατάλοιπα της Μεσοχαλκής περιόδου, στις αρχές της 2ης χιλιετίας π.Χ. Η πρώτη έφερνε στο φως πλινθόκτιστους τοίχους και δάπεδα με επένδυση πολύχρωμων διακοσμημένων κονιαμάτων. Η δεύτερη εργαστηριακούς χώρους εκατέρωθεν ενός δρόμου που οδηγούσε από τη θάλασσα στην πλαγιά ενός χαμηλού υψώματος.
Και οι δυο ανασκαφές απαιτούσαν αμέριστη προσοχή και συνεχή παρουσία. Κάποια στιγμή, επιστρέφοντας από τη δεύτερη ανασκαφή, αντίκρισα με τρομερή έκπληξη τους δυο τεχνίτες μας να στέκονται πλάι στις παραστάδες ενός πολυθύρου που μόλις είχε έρθει στο φως.
Είχαμε μπροστά μας το αρχαιότερο πολύθυρο του Αιγαίου, ένα πολυτελές δωμάτιο με πολλαπλά ανοίγματα, το οποίο αρκετά χρόνια αργότερα, λίγο πριν από τα μέσα της 2ης χιλιετίας π.Χ., καθιερώνεται ως ένας από τους πλέον χαρακτηριστικούς χώρους των Ανακτόρων της Κρήτης και των Ξεστών του Ακρωτηρίου της Θήρας.
Ζήτησα από τους τεχνίτες της δεύτερης ανασκαφής να διακόψουν για λίγο το σκάψιμο και να αρχίσουν τον καθαρισμό και το σκούπισμα για μια πρώτη γενική φωτογράφηση. Δεν πέρασε αρκετή ώρα, όταν με χαμογελαστά τα πρόσωπά τους με ειδοποιούσαν ότι ήδη με το πρώτο σκούπισμα άρχισαν να εμφανίζονται στην επιφάνεια του χώματος πολυάριθμα χρυσά ελάσματα.
Το 2009 οι δυνατές βροχές είχαν αρχίσει από νωρίς. Τις νύχτες ο νους μας ήταν στις σωστικές ανασκαφές. Αλίμονο αν είχες κάποιο ευαίσθητο εύρημα, όπως οστά, τοιχογραφίες, κλίβανοι, τάφοι, αποθέτες αναθημάτων, στρώματα καταστροφής με ευρήματα κατά χώραν.
Ο καιρός συνέχιζε να είναι απειλητικός για τα δυο ευρήματα. Μη ρωτάτε πώς κατάφερα να επιβλέπω παράλληλα και τις δυο ανασκαφές.