Ο χρόνος σχεδιάζει και γεννά κάθε στιγμή ή η στιγμή γεννά τον χρόνο; Πόσο πρέπει οι επιθυμίες μας να πιέζουν τον χρόνο, ερήμην των συνθηκών που τις γεννούν;
Πρέπει να περιμένουν τα όνειρά μας να ολοκληρωθεί το ταξίδι προς τον προορισμό τους ή είναι θεμιτό να βιάζονται κι ας στοιχίζει ενίοτε αυτή η βιασύνη την ακύρωση της άφιξης;
Σκεφτόμουν όλα αυτά με αφορμή τη μικρή οδύσσεια που έζησε η τελευταία δισκογραφική μου εργασία. Έως να τελεσφορήσει και να φτάσει στα χέρια μου (Της ομορφιάς το άγριο φιλί, σε στίχους δικούς μου και ερμηνευτή τους τον εξαιρετικό Θοδωρή Νικολάου).
Ξεκίνησε αλλιώς. Πριν από περίπου δέκα χρόνια ο πυρήνας των πρώτων λίγων τραγουδιών σχεδιάστηκε αλλιώς.
Πραγματοποιήθηκε πρόσκαιρα με άλλους πρωταγωνιστές και ακυρώθηκε η σιγουριά της έκδοσης, βίαια και απρόβλεπτα. Λες και το σύμπαν είχε άλλα σχέδια για το ταξίδι αυτό. Ακολούθησε δεύτερη προσπάθειά μου πάλι με άλλους συνεργάτες. Πάλι αλλιώς. Ούτε και αυτή η προσπάθεια ολοκληρώθηκε.
Στην πορεία αυτών των προσπαθειών το ένστικτό μου ψιθύριζε πως δεν ήταν η ώρα της έκδοσης αυτών των τραγουδιών. Αλλά η επιθυμία μου είχε τα αυτιά της κλειστά. Και η ανάγκη μου να δω τα «παιδιά μου» να ζωντανεύουν και να κυκλοφορούν ήταν μάλλον πιο ισχυρή.
Χρειάστηκε ο απαραίτητος χρόνος αγρανάπαυσης. Εκεί που η πραγματικότητα επιβάλλει την ησυχία και τον στοχασμό στον καθένα μας, για να δεις τα πράγματα καθαρά.
Και τότε εμφανίστηκε ο Θοδωρής Νικολάου, που θέλησε να μοιραστεί με σιγουριά και αποφασιστικότητα άλλα πέντε χρόνια, μετά τα άκαρπα πρώτα πέντε, και να ολοκληρωθεί έτσι ένας κύκλος τραγουδιών σημαντικός για τη δική μου διαδρομή και τη δική του φυσικά.