Η Δύναμη της συνήθειας. Δύο μέρες πριν από την αρχή. Πάντα προσπαθούμε να προλάβουμε τον χρόνο. Όσο και να φροντίζεις, όσο και να κανονίζεις, να προβλέπεις, οι αποκαλύψεις και τα ναυάγια συμβαίνουν την τελευταία στιγμή. Και πρέπει να κάνεις κάτι. Ανατροπές και αδέσποτες δυνάμεις. Τη μανία την εμπιστεύεσαι. Ο Γιάννος έχει μανία με τον Τόμας Μπέρνχαρντ.
Από πέρσι έχει ξεκινήσει να συμβαίνει αυτή η πρόβα. Δεν φανταζόμουν αρχικά ότι ο βαθμός εμπλοκής μου/μας θα ήταν τέτοιου τύπου. Να μιλάμε δηλαδή το κείμενο.
Η ερώτηση είναι πάντα η ίδια. Γιατί κάνουμε, γιατί γίνεται μια παράσταση;
Γιατί λες στον άλλο άνθρωπο «έλα εδώ σήμερα το βράδυ, κάθισε μαζί μας για δύο ώρες, έχουμε να σου πούμε κάτι». Εμείς και ο Τόμας Μπέρνχαρντ. Ή, καλύτερα, ο Τόμας Μπέρνχαρντ και ό,τι καταλαβαίνουμε από αυτόν. Περίεργη αυτή η εγγύτητα. Ένα εντελώς ξένο πρόσωπο. Ένας πεθαμένος άνθρωπος ανάμεσά μας. Με τις σκέψεις του, τις μεθόδους του, τις θελήσεις του. Ό,τι μπορούμε να μαντέψουμε από αυτόν.
Αναρωτιέμαι κάθε μέρα αν θα του άρεσε η παράσταση. Θα μας συμπαθούσε άραγε;
Πέντε μέρες μετά την πρεμιέρα. Ακόμη υπάρχει αγωνία. Μακάρι να έφευγε κάποτε. Είναι καλή η παράσταση; Καταλαβαίνουν; Έρχονται μαζί μας σε αυτό το ταξίδι; Ή τους έχουμε απέναντι να μας παρατηρούν;
Πάντα η προετοιμασία υπόσχεται. Η περίοδος των προβών, όσο εξοντωτική κι αν είναι, υπόσχεται μια κατασκευή.
Αλλά τώρα έχεις να κάνεις με μια πραγματική συναλλαγή. Θα έρθουν, όσοι είναι να έρθουν, για μία φορά και ό,τι γίνει. Ό,τι καταφέρει να γίνει μέσα σε δύο ώρες. Μετά θα είναι αργά, θα έχουν φύγει, δεν μπορείς να διορθώσεις. Δεν μπορείς να το ξαναπάρεις, δεν μπορείς να είσαι αλλιώτικος.