Οι παλιοί επισκέπτες και επισκέπτριες του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου Ολυμπίας για Παιδιά και Νέους έχουν να λένε για την ατμόσφαιρα του Δημοτικού Θεάτρου Απόλλωνα του Πύργου. Mε το κοινό να κρέμεται από τον εξώστη και να συμμετέχει ενεργά στα τεκταινόμενα. Τα οποία βεβαίως απαιτούν –υποτίθεται– από το κοινό να κάθεται ήσυχα για να (επι)κοινωνήσει με την επί της οθόνης ταινία.
Το φαινόμενο αυτής της ατμόσφαιρας συνιστά μια δημιουργική «αταξία», η οποία μας δείχνει και την ισχύ του σινεμά. Αλλά και το πόσο ενεργή και διαμορφωτική εμπειρία μπορεί να είναι η παρακολούθηση μιας ταινίας ειδικά για τις μικρότερες ηλικίες.
Τέλος πάντων, άλλο ήθελα να πω. Λίγοι από τους επισκέπτες και τις επισκέπτριες βλέπουν τις κρυφές όψεις αυτής της αίθουσας. Όπως εξάλλου συμβαίνει σε όλους τους χώρους που φιλοξενούν πολιτιστικές δραστηριότητες.
Η δική μου σχέση με αυτήν τη δουλειά και με το φεστιβάλ, που με οδήγησε στα σημερινά μου καθήκοντα, ξεκινά από τα πίσω, κλειστά δωματιάκια, τις μπαλαντέζες και τα βύσματα, το καθαυτό χτίσιμο της εμπειρίας του κοινού από μια χούφτα τεχνικών με αγάπη για τον στόχο και αξιοζήλευτη αυταπάρνηση (αν βάλουμε στην εξίσωση και τους πάντα λειψούς πόρους).
Αλλά η πρώτη μου είσοδος στον μαγικό κόσμο του Φεστιβάλ Ολυμπίας ήταν κάπου στη μέση. Γιατί ο Δημήτρης Σπύρου με προσκάλεσε μεν να κατέβω στον Πύργο, χωρίς ξεκαθαρισμένα καθήκοντα δε. «Εσύ δεν θα έρθεις φέτος στο Φεστιβάλ Ολυμπίας;». Καλή ερώτηση.
Τι να έκανα κι εγώ; Να μην πήγαινα;
Θυμάμαι την πρώτη μου τελετή έναρξης, το 2011 που την παρακολούθησα από τον εξώστη. Βλέπεις, η τάση μου ήταν προς τα πίσω δωμάτια. Προς το προβολείο του Απόλλωνα και τη θέση εργασίας των υποτιτλιστ(ρι)ών του Νεανικού Πλάνου.