Skip to content
Home » Πώς έζησα την πτώση της χούντας στις 23 Ιουλίου 1974

Πώς έζησα την πτώση της χούντας στις 23 Ιουλίου 1974

    Πώς έζησα την πτώση της χούντας στις 23 Ιουλίου 1974

    Published
    Ο κόσμος πανηγυρίζει για την πτώση της χούντας (23/24 Ιουλίου 1974)

    Πώς έζησα την πτώση της χούντας στις 23 Ιουλίου 1974

    Published
    Ο κόσμος πανηγυρίζει για την πτώση της χούντας (23/24 Ιουλίου 1974)
    Ο Αντώνης Φουντής γυρίζει το ρολόι του χρόνου στο 1974 για λογαριασμό του Short Stories και ξαναζεί τις μέρες που ο τουρκικός στρατός εισέβαλε στην Κύπρο και ήρθε το τέλος της χούντας των συνταγματαρχών

    Σάββατο 20 Ιουλίου 1974 (οι τελευταίες μέρες της χούντας). Σε ηλικία 12 χρόνων. Μόλις έχω τελειώσει το δημοτικό. Βρίσκομαι διακοπές στην Κω με τον παππού, τη γιαγιά και την αδελφή μου. Ο παππούς Μανώλης ήταν εργοδηγός σε οδικά έργα. Όπου εργαζόταν εκείνα τα χρόνια πηγαίναμε για διακοπές.

    Εκείνο το πρωινό μπαίνει η γιαγιά στο δωμάτιό μας αλαφιασμένη. Σχεδόν πανικόβλητη μας φώναξε: «Παιδιά, ετοιμάστε τα πράγματά σας. Πρέπει να φύγουμε γρήγορα και να γυρίσουμε στον Πειραιά». Ταυτόχρονα χτυπούν σειρήνες στην πόλη και έξω στους δρόμους επικρατεί χάος. Σήμανε επιστράτευση αλλά κανείς δεν γνώριζε πού πάει και τι κάνει.

    «Τι συμβαίνει, γιαγιά;». «Η Τουρκία μας κήρυξε τον πόλεμο. Μπήκε στην Κύπρο. Μπορεί να έρθουν κι εδώ τόσο κοντά που είμαστε».

    Ήταν τόσο τρομακτικές οι στιγμές και οι σκηνές για εμένα που ήμουν 12 χρόνων και την αδελφή μου που ήταν 14 χρόνων. Τις θυμάμαι ακόμη σαν να ήταν χθες.

    Θυμάμαι ακόμη τον φόβο μου αλλά και τον πανικό στο νησί. Τρεις μέρες κοιμόμασταν στην προβλήτα του λιμανιού. Όποτε εμφανιζόταν πλοίο στο λιμάνι γινόταν χαμός ποιος θα πρωτομπεί. Προκειμένου να μην υπάρξει κάποιο τραγικό συμβάν λοιπόν ο λιμενάρχης του νησιού, μέσα σε ένα πλοιάριο και απέναντι από την προβλήτα, καλούσε τον κόσμο να τραβηχτεί πολλά μέτρα πίσω, σχεδόν εκατό, αλλιώς δεν θα άφηνε να δέσει όποιο πλοίο εμφανιζόταν στο λιμάνι.

    Ποιος να κάνει πίσω; Κανείς. Αφήστε που κάθε λίγο, κοιτώντας συνεχώς προς τα παράλια της Τουρκίας, όλο και κάποιος πίστευε ότι έβλεπε ένα τουρκικό πολεμικό που ερχόταν και έσπερνε τον πανικό στο πλήθος. Ο λιμενάρχης πάντως έκανε πράξη την απειλή του και έδιωξε τα δυο πρώτα καράβια που ήρθαν.

    Το πλήθος των Ελλήνων ξεσπά σε παρατεταμένο χειροκρότημα. Άλλοι αγκαλιάζονται και φιλιούνται και άλλοι κλαίνε. Η μάνα και η γιαγιά μου μας αγκαλιάζουν

    Την τέταρτη μέρα στο λιμάνι, στις 23 Ιουλίου πια, κι ενώ ο Αττίλας αιματοκυλίζει την Κύπρο, εμείς μαζί με πολλές εκατοντάδες τουρίστες περιμένουμε φως στο λιμάνι της Κω. Ξαφνικά, στην ησυχία που επικρατεί, ακούγεται μια βροντώδης αντρική φωνή που πρέπει να ακούστηκε σε όλο το νησί: «Επιτέλους, ελευθερία ρε, έπεσαν και φεύγουν τα καθάρματα».

    Το πλήθος των Ελλήνων ξεσπά σε παρατεταμένο χειροκρότημα. Άλλοι αγκαλιάζονται και φιλιούνται και άλλοι κλαίνε. Η μάνα και η γιαγιά μου μας αγκαλιάζουν, κλαίνε. Η αδελφή κι εγώ νομίζαμε ότι τελείωσε ο πόλεμος. Η μητέρα μου μας εξηγεί: «Όχι, δεν τελείωσε ο πόλεμος. Απλώς οι κακοί που μας βασάνιζαν δεν θα μας μας βασανίσουν ξανά».

    Πλέον το μόνο που απέμενε ήταν να έρθει ένα πλοίο να μας πάρει. Την επόμενη μέρα, στις 24 Ιουλίου, στις πέντε τα ξημερώματα μας ξυπνάει στο λιμάνι που κοιμόμασταν στρωματσάδα στο πεζοδρόμιο μαζί με εκατοντάδες άλλους η μητέρα μου: «Έχει δέσει πλοίο στο λιμάνι. Σηκωθείτε να μπούμε γρήγορα μέσα πριν επικρατήσει πανικός».

    Ύστερα από 50 χρόνια ακόμη θυμάμαι το όνομα του πλοίου: «Κεφαλληνία». Είχε επιστρατευτεί από το Ιόνιο να παίρνει κι αυτό όπως και πολλά άλλα ακόμη τον κόσμο από τα νησιά του Αιγαίου για παν ενδεχόμενο.

    Picture of Αντώνης Φουντής
    Ο Αντώνης Φουντής είναι δημοσιογράφος

    Κεντρική φωτογραφία
    Αρχείο ΕΡΤ

    MORE STORIES

    21ης Απριλίου_Xounta_Aristotelis SArrikostas_shortstories.gr
    Short

    Πώς τράβηξα τις πρώτες φωτογραφίες της 21ης Απριλίου 1967

    Ο φωτορεπόρτερ Αριστοτέλης Σαρρηκώστας αφηγείται στο Short Stories πώς τράβηξε τα πρώτα καρέ από την εκδήλωση του πραξικοπήματος στο κέντρο της Αθήνας το πρωί της 21ης Απριλίου και πώς κατάφερε να στείλει τα φιλμ στη Ρώμη