Από τότε που ήμουν μικρή, οι ιστορίες ήταν το καταφύγιό μου. Δεν θυμάμαι να υπάρχει στιγμή που να μην ήθελα να ακούω ιστορίες ή να φαντάζομαι δικές μου. Ως παιδί, πιο ήσυχο και παρατηρητικό, αναζητούσα έναν τρόπο να εκφράζω όλα όσα σκεφτόμουν. Όλα όσα με συγκινούσαν, όλα όσα δεν έλεγα εύκολα δυνατά. Η φαντασία ήταν για μένα μια κρυφή πόρτα που άνοιγε και με οδηγούσε σε κόσμους όπου μπορούσα να είμαι ο εαυτός μου. Να νιώθω ελεύθερη και να ταξιδεύω χωρίς περιορισμούς.
Καθώς μεγάλωνα, κατάλαβα ότι ήταν κι ένας τρόπος να έρχομαι πιο κοντά στους ανθρώπους. Να μοιράζομαι συναισθήματα, αξίες και όνειρα. Οι ιστορίες έχουν τη δύναμη να ενώνουν, να προσφέρουν χαρά, να γεννούν απορίες. Να ανοίγουν συζητήσεις και να γίνονται γέφυρες ανάμεσα σ’ εμάς και στα παιδιά που ήμασταν κάποτε.
Γράφω βιβλία γιατί οι ήρωες με βρίσκουν πριν τους βρω εγώ. Έρχονται την ώρα που πίνω καφέ, περπατώντας στον δρόμο, ακούγοντας μια κουβέντα, βλέποντας μια εικόνα που θα με αγγίξει. Μια κόκκινη ομπρέλα που ταξιδεύει, ένα δελφίνι που αναζητάει την ελευθερία του, ένας σκυλάκος που προσπαθεί να σώσει την πόλη του.
Kαι πολλοί άλλοι που περιπλανιόνται στο μυαλό μου και μου ζητούν να τους ακολουθήσω, να τους ακούσω και να τους δώσω φωνή. Κάθε φορά που ξεκινώ να γράφω, νιώθω πως βάζω φτερά και ταξιδεύω μαζί τους. Ακόμη κι αν δεν ξέρω από την αρχή πού θα με πάνε.
Τα βιβλία μου γεννιούνται από την ανάγκη να δώσω στα παιδιά όσα μου πρόσφεραν κι εμένα οι ιστορίες μικρή: χαρά, ελπίδα, χώρο για όνειρα και φαντασία, δύναμη για να αντιμετωπίζουν τις δυσκολίες, θάρρος να τολμούν να κάνουν ερωτήσεις και να πιστεύουν ότι μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο γύρω τους.