Skip to content
Home » Συναγωνιστές την άλλη φορά – Ο στερνός λόγος για τον Χ. Μ.

Συναγωνιστές την άλλη φορά – Ο στερνός λόγος για τον Χ. Μ.

    Συναγωνιστές την άλλη φορά – Ο στερνός λόγος για τον Χ. Μ.

    Published
    Ο Χ. Μ. στο τιμόνι της Νόρτον τριάμισι, μοντέλο πενήντα κάτι

    Συναγωνιστές την άλλη φορά – Ο στερνός λόγος για τον Χ. Μ.

    Published
    Ο Χ. Μ. στο τιμόνι της Νόρτον τριάμισι, μοντέλο πενήντα κάτι
    Ο Χάρης Αθανασιάδης αποχαιρετά μέσω του Short Stories τον απόστρατο συνταγματάρχη του στρατού Χ. Μ. (1934-2024), που είδε τον Άρη Βελουχιώτη να μπαίνει ελευθερωτής στην Καλαμάτα και στην πορεία της ζωής του μετατοπίστηκε πολιτικά από το φάσμα της Δεξιάς προς την Αριστερά

    Μια κάποια αμηχανία την έχουν οι πρώτες συναντήσεις με τους εξ αγχιστείας συγγενείς. Ήταν και οι διαφορές μας πολλές. Ογδοντάρης αυτός, απόστρατος συνταγματάρχης, αποτραβηγμένος στο εξοχικό του, πολιτικά κάπου στο φάσμα της Δεξιάς. Πολύ δύσκολα θα βρίσκαμε κοινούς τόπους.

    Έσπασε πρώτος τον πάγο: «Με τη μηχανή ήρθες; Αγγλική είναι; […] Στα εικοσιέξι μου είχα κι εγώ μια Νόρτον τριάμισι, μοντέλο πενήντα κάτι, του στρατού. Δυνατή μοτοσικλέτα· και ωραία! Ήμουν λοχίας τότε, την έβγαλε ο στρατός για πώληση και την πήρα. Μια φορά κατέβηκα στην Καλαμάτα. Ο πατέρας μου ούτε να τη δει. Με πίεζε διαρκώς να την πουλήσω. Είχε κι ένα χρέος… Την έδωσα να ξεπληρώσω. Κάπου έχω και μια φωτογραφία. Στο κουτί θα είναι…».

    Από επίσκεψη σε επίσκεψη, διαισθητικά μάλλον παρά λογικά, εντόπιζε όσα μπορούσαν να γεφυρώσουν το μεταξύ μας χάσμα. «Ήταν δύσκολος ο πατέρας μου, σκληρός, έτσι επιβίωσε. Μεγάλωσε στο Ανταπαζαρί, ανατολικά της Πόλης κάνα δυο ώρες. Τον δικό του πατέρα –χονδρέμπορος, με λίρες πολλές– τον σκότωσαν οι Τσέτες. Αυτός γλύτωσε. Δεκαέξι χρονών, πήρε τη μάνα του, πλήρωσε έναν Τούρκο και με βοϊδάμαξα έφτασε στην Πόλη. Από εκεί στη Θεσσαλονίκη. Λίγα χρόνια μετά δούλεψε χωροφύλακας. Τον έστελναν συχνά στη Δράμα, κατάσκοπο, γιατί ήξερε βουλγάρικα. Εσύ ιστορικός είσαι, ήταν εχθροί μας τότε οι Βούλγαροι… Όταν ξανάρθεις να μου φέρεις ένα καλό βιβλίο για το Εικοσιδύο».

    Όταν η κουβέντα πήγαινε στον στρατό, τη δουλειά του, πάλευα να μη φανούν οι προκαταλήψεις μου. Σαν να ένιωθε όμως το κράτημα, με προλάβαινε. «Εγώ δεν έκανα γι’ αυτήν τη δουλειά, δεν μπορούσα να διατάζω. Γι’ αυτό διάλεξα το τεχνικό τμήμα, να ασχολούμαι με μηχανήματα, όχι με φαντάρους. Κάθε που άλλαζε η στρατιωτική τεχνολογία με έστελναν για μετεκπαίδευση. Στην Αμερική πήγα δυο φορές. Μια στον Νιου Τζέρσεϊ και μια στο Τέξας. Πήγα και μια στην Ολλανδία. Ωραία πολύ πέρασα στο Νιού Τζέρσεϊ…

    «Στα εικοσιέξι μου είχα κι εγώ μια Νόρτον τριάμισι, μοντέλο πενήντα κάτι, του στρατού. Ο πατέρας μου ούτε να τη δει. Με πίεζε να την πουλήσω»

    »Δεν μπορούσα να διατάζω. Γι’ αυτό βγήκα στη σύνταξη νωρίς. Ο πατέρας μου ήθελε να γίνω αξιωματικός. Επέμενε. Πριν από τον πόλεμο ήταν χωροφύλακας. Στην Κατοχή άνοιξε τσαγκαράδικο στην Καλαμάτα, μεγάλο, τρία ρολά. Την ήξερε τη δουλειά, την είχε μάθει νεαρός στη Θεσσαλονίκη, κοντά σ’ έναν Αρμένη. Εγώ τότε ήμουνα εννιά δέκα χρονών. Εκεί διάβαζα, στο πατάρι. Όλη μέρα εκεί… τα έβλεπα όλα, όλα τα θυμάμαι… Όταν ξανάρθεις να μου φέρεις ένα καλό βιβλίο για την Κατοχή».

    Στην αρχή ρωτούσα απλώς για να κρατηθεί η κουβέντα· ύστερα, όλο και περισσότερο, από γνήσιο ενδιαφέρον. «Τους ταγματασφαλίτες; Τους θυμάμαι, λέει… πολύ καλά… πιτσιρίκια πηγαίναμε εκεί που μαζεύονταν να δούμε τα όπλα. Γύρισε ένας μια φορά και μου ’δωσε μια σφαλιάρα. Σφαλιάρα; Μανουλάκια… Πήγε ο πατέρας μου ζήτησε τον λόγο. Τους ήξερε, ήταν παλιός χωροφύλακας.

    »Μετά ήρθαν οι αντάρτες στην πόλη. Με παρέλαση. Τραγουδούσαν. Το θυμάμαι σαν τώρα. “Δίχως τανκς, αεροπλάνα, μόνο όλμους, πολυβόλα και ψυχή σαν του λαϊκού στρατού”, μουρμούρισε…  Κι ύστερα δυνατά μαζί: “Με καθοδήγηση λαμπρή του αρχηγού μας Βελουχιώτη ξεψυχάει ο αγκυλωτός του φασισμού”. Και τον Άρη τον θυμάμαι. Όταν μπήκε στην Καλαμάτα, τρέξαμε να τον δούμε. Τον είδα, να έτσι μπροστά μου. Τον ταγματασφαλίτη, αυτόν που με βάρεσε, τον κρέμασαν στην πλατεία. Κι άλλους πολλούς… Όταν ξανάρθετε να μου φέρετε ένα καλό βιβλίο για τον Άρη».

    Τελευταία κατέπεσε – είχε φτάσει πια τα ενενήντα. Σαν ένιωσε πως έρχεται το τέλος, φώναξε την Αρχοντία, τη μικρότερη κόρη: «Η στολή μου είναι στην ντουλάπα έτοιμη. Πάρε αυτό το τηλέφωνο, είναι του στρατού, να στείλουν άγημα στην κηδεία. Και, Αρχοντούλα, πάρε από εκεί το βιβλίο με τον Άρη, αν έρθουν στο σπίτι να μην το δουν. Είναι δεξιοί αυτοί!».

    Μπάμπη, φίλε μου, καλό παράδεισο εύχομαι. Κι αν πάλι εκεί που πας συναντήσεις τις κόρες της Ανάγκης, Λάχεση και Άτροπο, αν διψάσεις στην έρημο της λήθης και πιεις το νερό της λησμονιάς, ένα να κρατήσεις: Αιτία ελομένου· θεός αναίτιος. Στην επόμενη ζωή συναγωνιστές να βρεθούμε…

    Μνήμη Χ. Μ. (1934-2024)

    banner_300_250
    Picture of Χάρης Αθανασιάδης
    Ο Χάρης Αθανασιάδης είναι καθηγητής Δημόσιας Ιστορίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο

    MORE STORIES

    ΧΆΡΗΣ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗΣ SHORTSTORIESGR ΕΜΦΥΛΙΟΣ
    Short

    Υπάρχει ακόμη πατρίδα για τους ηττημένους;

    O Χάρης Αθανασιάδης γράφει στο Short Stories για την αναθηματική πλάκα στον Μύλο του Μανωλάκη στο Λεωνίδιο που εξακολουθεί να διαχέει το διαιρετικό, μισαλλόδοξο δηλητήριο μιας άστοργης πατρίδας

    ΜΠΙΡΣΙΜ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ ΚΑΦΑΤΟΣ shortostoriesgr
    Short

    Ο τελευταίος αποχαιρετισμός στον Τάσο Μπιρσίμ

    Ο Γιάννης Καφάτος θυμάται για λογαριασμό του Short Stories στιγμές από τη συνεργασία του στο Mega με τον Τάσο Μπιρσίμ (1940-2024), τον σκηνοθέτη που μεταξύ πολλών άλλων ενορχήστρωνε τις μεγαλειώδεις προεκλογικές συγκεντρώσεις του Ανδρέα Παπανδρέου στα 80s και τα 90s

    Βασίλης Βασιλικός shortstories
    Short

    Ο δικός μου Βασίλης Βασιλικός

    Η Σοφία Πετροπούλου αφηγείται στο Short Stories στιγμές από τη σχέση της με τον Βασίλη Βασιλικό κατά τη δεκαετία του 1950, όταν ήταν και οι δυο φοιτητές στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης