Σκαλίζοντας προχθές κάτι φωτογραφίες, έπεσα πάνω σε μια παιδική δικιά μου και της Κατερίνας, που πλέναμε όστρακα –κομμάτια από σπασμένα αγγεία– στην πέτρινη βρύση της αυλής του μουσείου των Φιλίππων. Είναι τραβηγμένη από τη μαμά της, την Ευτυχία Κουρκουτίδου-Νικολαΐδου, με μια παλιά Λιούμπιτελ.
Μου θύμισε τότε που στο τέλος του καλοκαιριού, λίγο πριν ανοίξουν τα σχολεία και αφού έκλεινε η μαμά μου την ανασκαφή της στην Πύδνα, πηγαίναμε στους Φιλίππους. Εκεί ήταν η ανασκαφή της κ. Ευτυχίας, στην παλαιοχριστιανική βασιλική Γ΄των Φιλίππων.
Με την Κατερίνα ήμασταν συνομήλικες και κολλητές, οπότε η διαμονή μας στους Φιλίππους ήταν ό,τι καλύτερο. Όλη μέρα μαζί. Παίζαμε στην ανασκαφή κρυφτό ή παρατηρούσαμε τις χελωνίτσες που διέμεναν στα ερείπια. Άλλοτε φτιάχναμε «σπιτάκια» ανάμεσα στα μάρμαρα της αυλής του μουσείου.
Όταν είχε πολλή ζέστη μπαίναμε μες στο μουσείο και καθόμασταν σε ένα γραφειάκι, όπου η Κατερίνα ζωγράφιζε και έφτιαχνε κόμικς μ’ εμάς πρωταγωνίστριες. Ή πηγαίναμε στη μόνιμη έκθεση και χαζεύαμε τα εκθέματα, τραγουδώντας το Μες το μουσείο από τη Λιλιπούπολη.
Μια φορά ρώτησα τον φύλακα τι έχει στον πάνω όροφο. Κι αυτός, όταν μια μέρα άνοιξε την αίθουσα για ένα γκρουπ, μας φώναξε κι εμάς να δούμε. Είχε αγάλματα και ερμαϊκές στήλες. Είχα πάει σε πολλά μουσεία, αλλά πρώτη φορά έβλεπα ερμαϊκή στήλη. Τι άγαλμα ήταν αυτό, καλέ! Παράξενοι άνθρωποι ώρες ώρες αυτοί οι αρχαίοι.
Αργότερα, όταν μεγαλώσαμε λίγο, βοηθούσαμε κι εμείς στην ανασκαφή με τον τρόπο μας. Πλέναμε τα όστρακα στην πέτρινη βρύση έξω από το μουσείο. Αυτά τα όστρακα μου φαίνονταν κάπως αδιάφορα, ήταν αβαφή, το πολύ πολύ να έβρισκες καμιά λαβή από στάμνα ή αμφορέα. Ενώ της Πύδνας –κι εκεί βοηθούσα στο πλύσιμο– ήταν πολύχρωμα με εφυάλωση και εγχάρακτα σχέδια. Είχαν ακόμη και ζωάκια, λαγούς, λιοντάρια κ.ά.