O ακριτικός Έβρος δοκιμάστηκε πολύ από τις καταστροφικές πυρκαγιές το 2023. Αυτές που κατέστρεψαν ένα σημαντικό τμήμα –περίπου το 60%– του φημισμένου δάσους της Δαδιάς.
Έχοντας από πολύ νωρίς ιδιαίτερη σχέση, ως ξεναγός, με τον τόπο, ο πόνος ήταν τόσο μεγάλος που με απέτρεπε να παρακολουθώ τις εικόνες. Ταυτόχρονα όμως με θύμωνε. Θυμός που είχε να κάνει και με τον εαυτό μου, καθώς θεωρούσα δεδομένο αυτό το μοναδικό οικοσύστημα. Αλλά και με την εγκληματική αμέλεια του κεντρικού κράτους. Όπως και με την αδιαφορία των ΜΜΕ για μετάδοση των νέων από το μέτωπο της φωτιάς.
Ως πολίτης, αλλά και με την ιδιότητα του ξεναγού, ήρθα σε επαφή με φίλους στο Σουφλί και κάπως έτσι καταστρώθηκε το σχέδιο για την πραγματοποίηση μιας εκδρομής στην πυρόπληκτη περιοχή.
Φίλοι, ομοϊδεάτες, συνεργάτες, σύντροφοι και συνοδοιπόροι όλοι ζωής ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα μέσα από τα social media. Έτσι στα μέσα Μαρτίου ξεκινήσαμε για την εκδρομή στον Έβρο, με σκοπό την ίσως καθυστερημένη γνωριμία μας μαζί του.
Στο επίκεντρο της εξόρμησής μας η ενημέρωση για το περιβάλλον, ταυτόχρονα με την προσέγγιση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, τόσο μνημειακής όσο και άυλης.
Η αναζήτηση μας έφτασε στα πέρατα του ελλαδικού χώρου, ψάχνοντας τα σκαλίσματα των προϊστορικών ανθρώπων στα βράχια της ελληνοβουλγαρικής μεθορίου. Κινηθήκαμε γλυκά μεταξύ δοξασιών σε μπεκτασίδικο τεκέ και πινελιών από τα χέρια μαστόρων του 18ου αιώνα σε εκκλησία στο Αλεποχώρι.
Στο διάβα μας διασταυρωθήκαμε με τα βήματα στα χριστιανικά και τα μουσουλμανικά νεκροταφεία. Γευτήκαμε το ζεστό ψωμί, το ντόπιο τυρί και τις συνταγές στη Ρούσσα. Σταθήκαμε μαγεμένοι στα παλιά αρχοντικά του Σουφλίου και των Μεταξάδων και κοιμηθήκαμε στα παλιά κουκουλόσπιτα-ξενοδοχεία.
Συναντηθήκαμε με τους ανθρώπους που είδαν τον τόπο τους να γίνεται στάχτη. Και μοιραστήκαμε τη χαρά μας που ήμασταν εκεί. Ήπιαμε το κρασί τους, τραγουδήσαμε και χορέψαμε. Και φτιάξαμε ζωή εκεί που τα νερά του ποταμού φτιάχνουν σύνορα.