Γνώρισα το κανάλι της Κορίνθου πρώτη φορά παιδί… βράδυ. Είχα εντυπωσιαστεί από τα φώτα και το πόσο μεγάλο φαινόταν στα μάτια μου. Στα χρόνια που πέρασαν εγώ μεγάλωνα και το κανάλι μίκραινε στα μάτια μου.
Δεν είχα όμως ιδέα πόσο οικείο θα μου γινόταν στα χρόνια που ακολούθησαν. Ως ξεναγός έγινε σημείο αναφοράς στον δρόμο για Αρχαία Κόρινθο και Αργολίδα, για Ολυμπία ή Μονεμβασιά.
Όταν έβλεπα το κανάλι πηγαίνοντας προς Αθήνα, σηματοδοτούσε την αντίστροφη μέτρηση της επιστροφής, το τέλος της εργασίας, το τέλος ακόμη μιας ξεναγικής ημέρας. «Έλα, πού είσαι;». «Στο κανάλι». Που σήμαινε κοντεύω, γυρνάω, τελειώνω. Έγινε όχι μόνο σημείο αναφοράς, αλλά και ανακούφισης.
Και με τα χρόνια, με τα κινητά πια, απαθανατίζαμε το κανάλι της Κορίνθου από αριστερά, από δεξιά, από πάνω, από κάτω όταν το διασχίζαμε με πλοία. Εδώ το κανάλι, εκεί το κανάλι, πού είναι το κανάλι οέο; Και μετά άρχισα να το ξορκίζω. Μια φωτογραφία και να αναρωτιέμαι: «Τι είναι τούτο το χαντάκι;».
Οι φίλοι και συνάδελφοι άρχισαν να σιγοντάρουν: «Το Σουέζ», «ο Παναμάς», «ποτάμι», «θαύμα, θαύμα, άνοιξε η γη!», «η νέα γραμμή του μετρό Θεσσαλονίκης». Σχόλια χιουμοριστικά, πετυχημένα. Και πάντα χαίρομαι να βλέπω να σιγοντάρουν τόσο πολλοί στο παιχνίδι αυτό.
Και έτσι το κανάλι μπήκε στη ζωή μου για να μείνει. Έγινε ακόμη μια κλωστή που με δένει με συναδέλφους, συνεργάτες, γνωστούς και φίλους. Δεν είναι πια το κανάλι της Κορίνθου, είναι το δικό μου μικρό χαντάκι όπου όταν με φέρνει ο δρόμος μου κατά κει, ανυπομονώ να το δω, να το ξεναγήσω στους πελάτες μου και να το μοιραστώ με όλους.
Γιατί το κανάλι έγινε οικείο, έγινε αστείο, έγινε το κανάλι όλων μας και μια νότα εύθυμη που είναι οικεία ακούγεται σαν μελωδία. Και πόσο έχουμε ανάγκη αυτήν τη νότα ευθυμίας στη ζωή μας. Μας λείπει αλλά είναι φανερό ότι τη ζητάμε.