Ο πατέρας μου Λάμπης Χρονόπουλος το 1942 ήταν είκοσι χρόνων φοιτητής Νομικής και ήδη οργανωμένος στο ΕΑΜ Πατησίων.
Για το βράδυ της 27ης Οκτωβρίου τους είχε ανατεθεί να γράψουν πατριωτικά συνθήματα στους τοίχους της περιοχής με την υπογραφή του ΕΑΜ.
Ο πατέρας μου έφτιαξε άφθονη κόκκινη μπογιά στο πλυσταριό του σπιτιού του και πηγαινοερχόταν για να εφοδιάζεται με έναν τενεκέ. Είχε για συνεργάτη του τον φίλο και συμφοιτητή του Θόδωρο Κυπριάδη, που στην προκειμένη περίπτωση ανέλαβε να φυλά τσίλιες. Ανάμεσα σε άλλους τοίχους, ο πατέρας μου επέλεξε και κάποιους απολύτως παράτολμους στόχους.
Στη γωνία των οδών Πατησίων και Λασκαράτου, σε ένα τριώροφο νεοκλασικό, ήταν στεγασμένη η Καραμπινιερία, η στρατιωτική αστυνομία των Ιταλών. Εκεί αποφάσισε να γράψει, χωρίς ενημέρωση της οργάνωσης και παρά την αντίθετη γνώμη του συνετού φίλου του. Στο κτίριο υπήρχε ένα μαγαζί με κατεβασμένα ρολά, που χρησιμοποιούνταν ως αποθήκη.
Ο πατέρας μου κατευθύνθηκε προς το μαγαζί και έγραψε στην επιφάνεια του ρολού το δικής του έμπνευσης σύνθημα. «Ιταλοί θα σας χέσουμε», μολονότι αυτό δεν ήταν στο λεξιλόγιό του, μα ούτε και στη γραμμή του ΕΑΜ. Όπως σημείωνε κι ο ίδιος, «εκείνη τη νύχτα αισθανόμουν μια ασυγκράτητη αγανάκτηση, με είχε πιάσει ένα παράφορο πείσμα».
Στη συνέχεια κατευθύνθηκε στην ξύλινη δίφυλλη πόρτα της εισόδου, όπου ήταν η ταμπέλα της Καραμπινιερίας. Πάνω της έγραψε ένα μεγάλο «ΟΧΙ», που ήταν ήδη αντιστασιακό σύνθημα και μάλιστα εκείνης της μέρας.
Διαπιστώνοντας ότι η πόρτα δεν ήταν καλά κλεισμένη, την έσπρωξε και άνοιξε τρίζοντας ελαφρά, μπήκε σε έναν σκοτεινό χώρο όπου ακούγονταν ομιλίες και έγραψε άλλο ένα «ΟΧΙ» στο εσωτερικό φύλλο της πόρτας κι ένα στον τοίχο. Έφυγε κλείνοντας προσεκτικά την πόρτα.
Σε κανένα από αυτά τα συνθήματα δεν έβαλε την υπογραφή ΕΑΜ, καθώς υπερέβαινε την εντολή της οργάνωσης.