Κάποια μέρα ο Ροβήρος Μανθούλης μου ζήτησε να πάρω την κάμερα και να τον συνοδεύσω σε ένα ραντεβού στα Εξάρχεια. Θα συναντούσε τον Ευριπίδη, έναν άνθρωπο που είχε δει μια και μοναδική φορά το 1949.
Λίγο αργότερα αρχίζει να ξετυλίγεται μια ιστορία του Εμφυλίου στην οποία εμπλέκονταν ο Ιάσονας, η Ματίνα, η Κρήνη, ο Ροβήρος, ο Ευριπίδης και ο Τάκης.
Όλοι τους κάτοικοι του κέντρου της Αθήνας. Στην ηλικία των 13-14 χρόνων, στην Κατοχή, βρέθηκαν οργανωμένοι στην ΕΠΟΝ. Ο Ροβήρος με τον Ιάσονα ήταν το «χωνί των Εξαρχείων». Μετά την Απελευθέρωση συνέχισαν να έχουν επαφές, ήταν φοιτητές πια, αλλά η κατάσταση άρχισε να χειροτερεύει..
Ροβήρος: «Αυτήν τη σκληρή περίοδο βγήκε η εντολή να οργανωθούν επιχειρήσεις στις πόλεις. Ο Τάκης είχε πάρει εντολή να κάνει μια ομάδα η οποία επρόκειτο να αναλάβει διάφορες επικίνδυνες ενέργειες».
Ο Τάκης προσπάθησε να εντάξει και τον Ροβήρο στο «αντάρτικο της πόλης» αλλά αυτός αρνήθηκε.
Ροβήρος: «Είναι περίεργο που δόθηκε μια τέτοια εντολή όταν ήξεραν ότι στην Αθήνα υπήρχαν 10-20 άνθρωποι οι οποίοι θα ήταν χρήσιμοι για πολιτική δουλειά. Προσπαθούσα να του εξηγήσω πως αυτό θα ήταν αποτυχημένο. Από τη στιγμή που θα κουβαλάς κάποια υλικά για να κάνεις μια ανατίναξη μπορεί να σε σταματήσουν, να σε πιάσουν και να σου κάνουν τέτοια βασανιστήρια που θα μαρτυρήσεις και τους άλλους. Δεκαπέντε μέρες μετά μαθαίνουμε από το ραδιόφωνο τη σύλληψη του Τάκη».
Ευριπίδης: «Ο Τάκης και ο Φώτης ήταν μαζί. Τους σταματάει ένας αστυνομικός για να κάνει έλεγχο. Ζητάει ταυτότητα. Του δίνει ταυτότητα ο Τάκης και καθώς την κοίταγε, ο Τάκης του τρίβει τα μάτια και ο αστυνομικός προς στιγμήν έχασε το φως του. Έβγαλε το περίστροφο, το βάζουν στα πόδια και του πέφτει η ταυτότητα κάτω.