Εφυγα νωρίς από την Ελλάδα, το 1992-1993, και πήγα στη Δανία. Δεν είχα ασχοληθεί ακόμη με τα εστιατόρια. Εκεί δημιούργησα οικογένεια· έκανα δυο πανέμορφες κόρες.
Το 2001 γνωρίζω την Πηγή Δεβετζή, πολύ πριν από τις επιτυχίες και την αναγνώριση. Για τα επόμενα περίπου οκτώ χρόνια νόμιζα ότι ζούσα το απόλυτο «ελληνικό όνειρο». Επιτυχίες, ταξίδια, χρήματα, πολιτικές προτάσεις, όλο το VIP πακέτο.
Σύντομα συνειδητοποίησα ότι το I στο VIP σημαίνει Idiot και όχι Important. Είναι αυτό που όλοι νομίζουν ότι ποθούν, αλλά τελικά σου τρώει την ψυχή και δεν σε αφήνει ποτέ να είσαι ελεύθερος.
Η σχέση μου με τη Χρυσοπηγή, σαθρή και σε αποσύνθεση όπως οι περισσότερες κοινωνίες του σημερινού καπιταλιστικού κόσμου, τελείωσε σχεδόν ταυτόχρονα με την κατάρρευση της Goldman Sachs και της ελληνικής φούσκας.
Έπειτα από αυτή την πορεία κατάλαβα πού θέλω να ανήκω πραγματικά. Τότε σπούδασα μαγειρική, έφυγα για τη Σουηδία και δούλεψα σε διάφορα εστιατόρια. Επέστρεψα στην Ελλάδα το 2017, για να στηρίξω τη χώρα μου, τότε που όλοι έφευγαν, κι ενώ έπαιρνα πολύ καλά λεφτά εκεί. Η αλήθεια είναι ότι την πάτησα κι εγώ με τον Αλέξη. Αλλά μετά το δημοψήφισμα τελείωσαν όλα· πέτρωσα.
Εν τέλει μες στην πανδημία γύρισα στο χωριό μου, την Αγία Άννα – τα Κούκουρα όπως είναι το αρβανίτικο όνομα. Δούλευα εξ αποστάσεως στην Teleperfomance με τη Φινλανδή σύντροφό μου και είπαμε να έρθουμε στο χωριό, να δουλεύουμε από το σπίτι, και απλώς μείναμε. Δεν υπήρχε λόγος να γυρίσουμε στην Αθήνα.
Το εστιατόριο προέκυψε το 2023. Όταν μπήκα στον χώρο, ήταν κλειστό για τρία χρόνια. Αναρωτήθηκα τότε τι είδους μαγαζί θέλω να κάνω. Δεν μου έφτανε να εστιάσω μόνο στην κουζίνα του χωριού: τα πρόβατα, τα κατσίκια. Ήθελα να δώσω έναν χαρακτήρα συγκεκριμένο.