Από μικρός μου άρεσε να παίζω παιχνίδια. «Φυσιολογικό» θα πει κάποιος, καθώς όλοι μας παίζαμε ως παιδιά. Το παιδί και το παιχνίδι άλλωστε έχουν την ίδια ρίζα. Όταν κάποιος ευχαριστιέται πολύ λέμε ότι «παίζει σαν παιδί». Έτσι σαν παιδί κι εγώ έπαιζα. Έπαιζα με LEGO, έπαιζα στην κονσόλα, έπαιζα μπάλα, έπαιζα και στον υπολογιστή.
Αρχικά ήθελα να γίνω παλαιοντολόγος γιατί μου άρεσαν οι δεινόσαυροι. Δεινόσαυρους όμως δεν έχουμε στην Ελλάδα. Άρα πώς θα γινόμουν παλαιοντολόγος; Έχουμε όμως αρχαία. Και επειδή μου άρεσε και η Ιστορία στο σχολείο, αποφάσισα να γίνω αρχαιολόγος. Και στο σπίτι συνέχισα να παίζω παιχνίδια στον υπολογιστή. Tomb raider, Age of empires, παιχνίδια που είχαν κάτι να κάνουν με την Ιστορία.
Πολλά χρόνια αργότερα, στο πρώτο έτος του διδακτορικού, έπαιζα ακόμη στον υπολογιστή. Κάπου τότε η σύνδεση μεταξύ βιντεοπαιχνιδιών και αρχαιολογίας άρχισε να παίρνει μορφή στο μυαλό μου. Μπορεί να μάθει κανείς ιστορία από τα βιντεοπαιχνίδια; Και αν μπορεί, τι είναι αυτή η ιστορία που μαθαίνει; Τι εμπειρίες του παρελθόντος μπορούν να μας μεταφέρουν τα παιχνίδια;
Πολλές οι ερωτήσεις, οπότε αποφάσισα να κάνω μια παρουσίαση πάνω στο θέμα στο Πανεπιστήμιο του Leiden. Εκεί γνώρισα ανθρώπους με τους οποίους τώρα, δέκα χρόνια αργότερα, συνεχίζουμε να συνεργαζόμαστε καθημερινά, έχοντας πλέον θέσει τις βάσεις για το πεδίο που είναι πλέον γνωστό ως archaeogaming.
Αλλά τι σημαίνουν όλα αυτά για το παιχνίδι ως έννοια; Ας επιστρέψουμε στη φράση «παίζω σαν παιδί». Παίζει κανείς σαν παιδί γιατί δεν μπορεί να παίξει με τον ίδιο τρόπο ως «μεγάλος». Αλλά ακόμη κι εσένα, όταν ήσουν παιδί, αγαπητέ αναγνώστη, θα σου είχαν πει κάποτε ότι «μπορείς να παίξεις μόνο αφού τελειώσεις τα μαθήματά σου».
Το παιχνίδι στην καπιταλιστική πραγματικότητα που ζούμε είναι κάτι το ευτελές, κάτι το οποίο κάνεις στον ελεύθερο χρόνο σου όταν δεν είσαι παραγωγικός. Αντιμετωπίζουμε το παιχνίδι σαν παράταιρο και ασόβαρο.