Skip to content
Home » Οι επισκέψεις στο «σπίτι» της κυρίας Ντίνας και οι εφημερίδες που δεν διάβασε ποτέ

Οι επισκέψεις στο «σπίτι» της κυρίας Ντίνας και οι εφημερίδες που δεν διάβασε ποτέ

    Οι επισκέψεις στο «σπίτι» της κυρίας Ντίνας και οι εφημερίδες που δεν διάβασε ποτέ

    Published

    Οι επισκέψεις στο «σπίτι» της κυρίας Ντίνας και οι εφημερίδες που δεν διάβασε ποτέ

    Published
    Ο συγγραφέας Γιάννης Πάσχος θυμάται για το Short Stories τις εβδομαδιαίες επισκέψεις του στην κυρία Ντίνα στον Δενδροπόταμο Θεσσαλονίκης λίγο μετά τη μεταπολίτευση

    Λίγο μετά τη μεταπολίτευση τα πολιτικά κόμματα και οι αριστερές νεολαίες (ό,τι δηλαδή ορίζαμε τότε με τον όρο Αριστερά) προσπαθούσαν να διακινήσουν τα έντυπά τους με κάθε τρόπο, με σκοπό να γίνουν γνωστές οι θέσεις και οι απόψεις τους.

    Μια τέτοια δράση ήταν και η κυριακάτικη διακίνηση της εφημερίδας. Με τη Ρούλα μαζί ξεκινούσαμε αξημέρωτα για να πάμε στον Δενδροπόταμο, μισή ώρα από τη Θεσσαλονίκη. Περιοχή υποβαθμισμένη, με δρόμους χωμάτινους, φτώχεια και εξαθλίωση ως εκεί που δεν πήγαινε άλλο. Έτσι ήταν τότε, μακάρι σήμερα να είναι καλύτερα.

    Περιδιαβαίναμε τα σπίτια ένα ένα και αν δεν μας έκλειναν την πόρτα κατάμουτρα, πουλούσαμε και καμιά εφημερίδα. Είχαμε και τους μπάτσους που αν και η χούντα είχε πάρει δρόμο, μας κυνηγούσαν, εμάς και τους μάρτυρες του Ιεχωβά που διακινούσαν τα δικά τους περιοδικά. Με αυτούς συναντιόμασταν συνεχώς αλλά δεν μιλούσαμε μεταξύ μας.

    Μια Κυριακή πήγα μόνος στον Δενδροπόταμο. Αφού έκανα έναν μεγάλο κύκλο με τις εφημερίδες στο χέρι, κατέληξα στο σπίτι του Αλεξάκη. Με περίμενε κάθε Κυριακή πρωί για να αγοράσει την εφημερίδα.

    «Αλεξάκη» τον ρωτάω, «ποιος μένει απέναντι στο σπιτάκι; Δεν έχω χτυπήσει ποτέ».

    «Άδικος κόπος αγόρι μου, μένει μια… ξέρεις… κοινή γυναίκα…» είπε κομπιάζοντας.

    «Πουτάνα;» τον ρωτάω. «Ναι, μωρέ, τέτοια είναι, μη χτυπάς, δεν πρόκειται».

    Παρά τις αντιρρήσεις του Αλεξάκη εγώ χτύπησα την πόρτα της.

    Άνοιξε μια κυρία γύρω στα εξήντα, με διαφανή λουλουδάτη ρόμπα και ξεβαμμένα μαλλιά· πιο πολύ εντύπωση μου έκαναν οι παντόφλες της που ήταν γεμάτες στρας και γουνάκια.

    «Πρωινές ορεξούλες; Έλα μέσα, παλικάρι μου». Αυτό είπε αρχικά η κυρία προτού καταλάβει ότι βρισκόμουν εκεί για άλλο σκοπό, οπότε άρχισε να συμμαζεύει όσο γινόταν τη ρόμπα της.

    «Καλημέρα, θα πάρετε;» και της πρότεινα το φύλλο της εφημερίδας.

    «Δεν ξέρω να διαβάζω παιδί μου» μου απάντησε αμέσως. «Άντε, κάνε μου κι εσύ τη χάρη να μου διαβάσεις τουλάχιστον τι γράφει σήμερα»

    Έριξε μια ματιά στην εφημερίδα, μια ματιά σ’ εμένα και ρώτησε πόσο κάνει. Κούνησε το κεφάλι και έβγαλε από την τσέπη της τα χρήματα.

    Είπα «ευχαριστώ» κι έφυγα.

    «Πώς σε λένε;» μου φώναξε, καθώς άνοιγα την πόρτα του μικρού της κήπου, «να έρθεις ξανά».

    Πήγαινα κάθε Κυριακή στην κυρία Ντίνα και πάντα εκείνη με περίμενε. Μια φορά που έβρεχε, έκανε παγωνιά και οι δρόμοι είχαν γίνει λάσπη μου πρότεινε να μπω μέσα για να ζεσταθώ.

    Κάθισα στην κουζίνα και αυτή έφτιαξε τσάι σε ένα μονό μάτι υγραερίου. Η ματιά μου έπεσε σε μια στοίβα εφημερίδων δίπλα από το τραπέζι – ήταν οι εφημερίδες που αγόραζε τόσο καιρό.

    «Τις κρατάς βλέπω τις εφημερίδες, κυρία Ντίνα».

    «Δεν ξέρω να διαβάζω, παιδί μου» μου απάντησε αμέσως, «ας όψεται αυτός». Κι έδειξε μια φωτογραφία ενός αντάρτη στον τοίχο. «Ο μικρός μου αδελφός… τον έχασα… όλα για χάρη του… Άντε, κάνε μου κι εσύ τη χάρη να μου διαβάσεις τουλάχιστον τι γράφει σήμερα».

    banner_300_250
    Picture of Γιάννης Πάσχος
    Ο Γιάννης Πάσχος είναι συγγραφέας

    Κεντρική φωτογραφία
    Ηώ Πάσχου

    ΣΧΕΤΙΚΑ LINKS

    MORE STORIES