Για αρκετά χρόνια, το έργο του Ηλία Πετρόπουλου υπήρξε για εμάς βασική πηγή γνώσης και έμπνευσης σχεδόν σε βαθμό μονομανίας. Από τα Ρεμπέτικα τραγούδια και το Εγχειρίδιο του καλού κλέφτη μέχρι τον Κουραδοκόφτη και τα Ελλάδος κοιμητήρια. Γίναμε αποδέκτες πληροφοριών, τολμηρών κι ανήκουστων. Από το βιβλίο του Υπόκοσμος και Καραγκιόζης διαβάσαμε πρώτη φορά για τον Τζούλιο Καΐμη.*
Στη συνέχεια αναζητήσαμε στο διαδίκτυο τα ελάχιστα που είχαν γραφτεί για τον Τζούλιο Καΐμη. Αποκτήσαμε τα βιβλία του και αφού είδαμε σφαιρικά το «πρόσωπο», φτιάξαμε ένα τραγούδι το οποίο συμπεριλάβαμε στον δίσκο Επαρχιακά μπλουζ νόστου και ερώτων (2018). Το τραγούδησε ο Αργύρης Μπακιρτζής.
Το ραντεβού δόθηκε στο στούντιο του Τάσου Καραπαπάζογλου στην Καβάλα, ένα φθινοπωρινό βράδυ του 2017. Ο Αργύρης αναρωτήθηκε αν θα έπρεπε το τραγούδι τελικά να το ερμηνεύσουμε εμείς οι ίδιοι. Αλλά το νεανικό μας πείσμα δεν άφηνε περιθώρια. Θέλαμε η ιστορία να αποδοθεί μέσα από τη βαρύτητα της φωνής του. Ακούγοντας το τελικό αποτέλεσμα, η ερμηνεία του Αργύρη είναι σαν να σου χαμογελάει.
Το τραγούδι, γραμμένο πάνω σε λαϊκούς δρόμους, δεν αφορά το έργο του Καΐμη αλλά αυτά που μπορεί κανείς να συναγάγει για την ιστορία αυτού του ιδιαίτερου ανθρώπου.
Οργανώσαμε, ας το πούμε, ένα μικρό φαντασιακό οδοιπορικό. Περιπλανηθήκαμε μαζί του στα παράλια της Υεμένης, στην παλιά πόλη της Σαναά και καταλήξαμε να χορεύουμε αντικριστό με τη Ρόζα Εσκενάζυ, πιστοί θαμώνες μιας ισόβιας μοναξιάς.
Ύστερα από λίγο χωριστήκαμε και χαθήκαμε για πάντα.