Ταξίδεψα για πρώτη φορά στα Κύθηρα τον Φεβρουάριο του 2023. Σε μια περίοδο που ήμουν χαμένη ανάμεσα στη μητρότητα και την εργασία μου. Προσπαθούσα να ισορροπήσω βιαίως τα συναισθήματά μου απέναντι στο αυστηρό υπηρεσιακό «τελεσίγραφο».
Πριν προλάβουν να περάσουν δύο εικοσιτετράωρα, τα Κύθηρα με καλωσόρισαν στολισμένα με την άγρια χειμερινή τους φορεσιά. Ένας τόπος ξεχωριστός με αμέτρητα ξωκλήσια. Ανάμεσα σε αυτά ήταν κι ο προορισμός των εργασιών μου. O ναός του Αγίου Ανδρέα στο Λειβάδι, ένα από τα σπουδαιότερα βυζαντινά μνημεία των Κυθήρων. Κηρυγμένος ως προέχον βυζαντινό διατηρητέο μνημείο, ο Άγιος Ανδρέας διασώζει τοιχογραφίες δύο βυζαντινών στρωμάτων (10ος–13ος αι.), με ιδιαίτερα υψηλής ποιότητας το αποσπασματικά σωζόμενο δεύτερο στρώμα του 13ου αιώνα.
Οι Κυθηραίοι είναι άνθρωποι αληθινοί και ζεστοί, όπως η κυρα-Μαρία, η πνευματική φύλακας του ναού. Κάθε μέρα με τράταρε το κατιτίς, παρέα με ένα τσιπουράκι για το κρύο. Έτσι, έβρισκε την ευκαιρία, μαζί με την καλημέρα της, να τρυπώσει στον ναό για να κάνει τον σταυρό της και να πει «δύο λογάκια» στον Άγιο της παρηγοριάς της.
Η κυρα-Μαρία ήταν γυναίκα μονάχη, χήρα και χαροκαμένη μάνα, αφού ο γιος της σκοτώθηκε σε τροχαίο. «Εκείνη τη νύχτα, πριν από δέκα χρόνια, σήκωσε ο άντρας μου το τηλέφωνο και του είπαν το άσχημο μαντάτο. Εμένα δεν μου εξήγησε ποτέ το πώς και το γιατί» έλεγε πικραμένη.
Ένα πρωινό, έρχεται αλαφιασμένη, με βουρκωμένα μάτια γεμάτα αγωνία, ως να ήμουν η τελευταία της ελπίδα και μου λέει εκλιπαρώντας: «Πες μου σε παρακαλώ ότι αυτοί όλοι στις ειδήσεις λένε ψέματα». Απαντώ ψυχρά: «Δυστυχώς είναι αλήθεια».
Η κυρα-Μαρία άρχισε να κλαίει, αγκαλιαστήκαμε σφικτά στηρίζοντας η μία την άλλη σαν ένα σώμα. Κλαίγαμε γοερά σαν μια ψυχή μέσα στον βυζαντινό ναό του Αγίου Ανδρέα. Εκείνη ξαναζούσε τον πόνο του χαμού του γιου της κι εγώ ζούσα μαζί της τον πόνο του χαμού όλων αυτών των παιδιών.